user preferences

Το Νόημα του Αναρχισμού

category Διεθνή | Αναρχικό κίνημα | Γνώμη / Ανάλυση author Thursday May 16, 2013 22:21author by Lucien van der Walt - Michael Schmidt Report this post to the editors

Συζητώντας τη βιβλιογραφία* - Μέρος 4ο

Το Νόημα του Αναρχισμού: Συζητώντας τη βιβλιογραφία* - Ελληνική μετάφραση του Πρώτου Κεφαλαίου του βιβλίου των Lucien van der Walt και Michael Schmidt “Black Flame – The Revolutionary Class Politics of Anarchism and Syndicalism”
486898_532050356816486_11729951_n.jpg

Ενάντια στο Κράτος

Για τους αναρχικούς, το ταξικό σύστημα, που επηρεάζει την πλειονότητα των ανθρώπων, αποτελεί το πιο βασικό εμπόδιο για την πραγμάτωση της ατομικότητας. Εντούτοις, πολλοί σχολιαστές, συμπαθούντες και διαφωνούντες, έχουν υποβιβάσει τον αναρχισμό σε αντικρατισμό. Σύμφωνα με τον Ένγκελς, οι αναρχικοί υποστηρίζουν ότι «είναι το κράτος που δημιούργησε το κεφάλαιο, ότι ο καπιταλιστής έχει τα κεφάλαιά του μονάχα χάριν του κράτους ... το κράτος είναι το κυρίαρχο κακό ... με το οποίο πρέπει να ξεμπερδέψουμε πρώτα και μετά ο καπιταλισμός θα καεί στις ίδιες του τις φλόγες»117. Αυτή η προσέγγιση αποτυγχάνει να κατανοήσει το γιατί αντιτίθενται οι αναρχικοί στο κράτος. Δεν μπορεί να υποστηριχθεί ότι οι αναρχικοί απορρίπτουν το κράτος απλώς επειδή επιβάλλει την κοινωνική τάξη πραγμάτων και τους κανόνες· ούτε ότι αποδίδουν στο κράτος όλες τις κοινωνικές ασθένειες.Αντίθετα, η αναρχική κριτική του κράτους προκύπτει εν μέρει από την αντίθεση στην ιεραρχία και εν μέρει από την ταξική σκοπιά. Το κράτος γίνεται αντιληπτό ως υπερασπιστής του ταξικού συστήματος και συγκεντρωτικός οργανισμός που αναγκαστικά συσσωρεύει ισχύ στα χέρια της άρχουσας τάξης· σύμφωνα και με τις δύο εκτιμήσεις, είναι το μέσον με το οποίο μια μειοψηφία κυβερνά μια πλειοψηφία. Συνεπώς η κατάργηση του κράτους αποτελεί μια από τις προϋποθέσεις μια ελευθεριακής και σοσιαλιστικής τάξης πραγμάτων. Η αντίληψη ότι το κράτος είναι ένα όργανο ταξικής κυριαρχίας είναι κοινή στους αναρχικούς και τους Μαρξιστές. Όμως υπάρχουν και σημαντικότατες διαφορές ανάμεσα σε αυτές τις παραδόσεις. To κράτος, υποστήριζε ο Μπακούνιν:

ήταν πάντοτε κληροδότημα της μιας προνομιούχου τάξης στην άλλη: ιερατείο, αριστοκρατία, αστική τάξη. Και τελικά, όταν όλες οι άλλες τάξεις έχουν εξαντληθεί, το κράτος μετατρέπεται σε κληρονόμο της αστικής τάξης κι έπειτα υποβιβάζεται - ή, αν θέλετε, προβιβάζεται - στη θέση της μηχανής· είναι όμως απολύτως απαραίτητο για τη σωτηρία του κράτους το να υπάρχει μια προνομιούχος τάξη αφοσιωμένη στη συντήρησή του118.

Για τον Κροπότκιν, το κράτος δεν είναι παρά η συσσωρευμένη ισχύς της άρχουσας τάξης και, στη σύγχρονη εποχή, «το βασικό προπύργιο του κεφαλαίου»119.Ο Μπακούνιν ήταν πεπεισμένος με βεβαιότητα ότι το κοινοβουλευτικό σύστημα είναι προτιμότερο από τη δικτατορία, επειδή άφηνε μεγαλύτερο πεδίο δράσης στην ατομική ελευθερία και τη λαϊκή αυτενέργεια:

Είμαστε ακράδαντα πεπεισμένοι ότι είναι γεγονός πως ο πλέον ατελής κοινοβουλευτισμός είναι χίλιες φορές καλύτερος από την πιο πεφωτισμένη μοναρχία. Σε μια δημοκρατία υπάρχουν τουλάχιστον μικρές περίοδοι κατά τις οποίες ο λαός, αν και διαρκώς εκμεταλλευόμενος, δεν καταπιέζεται· στις μοναρχίες η καταπίεση είναι διαρκής. Επίσης το δημοκρατικό καθεστώς ωθεί σταδιακά τις μάζες προς τη συμμετοχή στη δημόσια ζωή - πράγμα που η μοναρχία δεν κάνει ποτέ.

Παρόλα αυτά, για τον Μπακούνιν, ακόμα και αν το κοινοβουλευτικό σύστημα είναι μια σημαντική μεταρρύθμιση που ωφέλησε τις λαϊκές τάξεις, δεν δημιούργησε τα μέσα για την απομάκρυνση των βασικών ανισοτήτων στην εξουσία και τον πλούτο εντός της κοινωνίας:

Εντούτοις, αν και προτιμούμε τον κοινοβουλευτισμό, πρέπει να αναγνωρίσουμε και να διακηρύξουμε ότι οποιαδήποτε κι αν είναι η μορφή διακυβέρνησης, από τη στιγμή που η ανθρώπινη κοινωνία διαιρείται σε διαφορετικές τάξεις ως αποτέλεσμα της κληρονομικής ανισότητας στην ιδιοκτησία, τον πλούτο, την εκπαίδευση και τα δικαιώματα, θα υπάρχει πάντοτε μια ταξικά περιορισμένη κυβέρνηση και η αναπόφευκτη εκμετάλλευση των πλειοψηφιών από τις μειοψηφίες. Το Κράτος δεν είναι παρά αυτή η κυριαρχία κι αυτή η εκμετάλλευση, καλορυθμισμένες και συστηματοποιημένες120.

Η εγκαθίδρυση μιας κοινοβουλευτικής κυβέρνησης δεν άλλαξε τον βασικό ταξικό χαρακτήρα του κράτους: είναι μια μορφή «ταξικής εξουσίας» ακριβώς όσο και η «απόλυτη μοναρχία»121. Οι νόμοι που δημιουργούνται από το κράτος δεν είναι, σε γενικές γραμμές, μέσα παροχής ίσων δικαιωμάτων και προστασίας σε όλους, αλλά υπηρετούν τα συμφέροντα εκείνων που βασίζονται στην ανισότητα και την καταπίεση· το σύνολο της «νομοθεσίας που θεσμοθετείται εντός του κράτους», επέμενε ο Κροπότκιν, «οφείλει να αποκηρυχθεί καθώς πάντοτε φτιαχνόταν έτσι ώστε να εξυπηρετεί τα συμφέροντα των προνομιούχων τάξεων»122. Μόνο οι νόμοι τους οποίους το κράτος εξαναγκάζεται να δημιουργήσει από τα έξω, από την άμεση δράση των λαϊκών τάξεων, μπορούν να ωφελήσουν τις μάζες. Ακόμα κι αυτοί οι νόμοι αποτελούν συμβιβασμούς που συγκρατούν την άρχουσα τάξη, αλλά δεν την ανατρέπουν. Το πεδίο του νόμου πρέπει λοιπόν να γίνεται αντιληπτό ως σχηματισμένο από τους ταξικούς αγώνες, αν και κυριαρχούμενο από την άρχουσα τάξη, καθώς και ότι είναι αδύνατον να παράσχει τα μέσα της λαϊκής χειραφέτησης.Στην κλασική Μαρξιστική παράδοση, το κράτος ορίζεται με αρκετά απλό τρόπο ως ένα «ένοπλο σώμα» που υπηρετεί την κυρίαρχη τάξη, αντίληψη η οποία οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η εργατική τάξη, καθοδηγούμενη από ένα επαναστατικό κόμμα, πρέπει να σχηματίσει τη δική της δικτατορία προκειμένου να αλλάξει την κοινωνία123. Αυτό το κράτος αργότερα θα απονεκρωθεί, αλλά αποτελεί ένα απαραίτητο ενδιάμεσο στάδιο ανάμεσα στο καπιταλισμό και τον ελεύθερο κομμουνισμό του μέλλοντος. Για τους αναρχικούς, αυτή η στρατηγική απέτυχε να λάβει υπόψη της το γεγονός ότι το κράτος δεν αποτελεί απλώς «ένοπλο σώμα» αλλά επιπλέον και κυρίως μια άκρως συγκεντρωτική δομή που αναπόφευκτα συσσωρεύει την εξουσία στα χέρια μιας διευθύνουσας ελίτ. «Θα ήταν προφανώς αδύνατον για μερικές εκατοντάδες χιλιάδες ή ακόμα και μερικές δεκάδες χιλιάδες ανθρώπων να ασκήσουν αυτή την εξουσία»124. Ένα ισχυρό κράτος μπορεί να έχει «μόνο ένα σταθερό θεμέλιο: τον στρατιωτικό και γραφειοκρατικό συγκεντρωτισμό»125.Αν τα πράγματα έχουν έτσι, ακόμα και η πλέον ριζοσπαστική κυβέρνηση πρέπει να διαιωνίζει την εξουσία μιας (ταξικής) μειοψηφίας πάνω σε μια (ταξική) πλειοψηφία. Αποτέλεσμα αυτού είναι η παράλυση της λαϊκής αυτενέργειας και αυτοοργάνωσης, με το κράτος να είναι «ένα απέραντο σφαγείο ή ένα τεράστιο νεκροταφείο, στο οποίο μπαίνουν με χαρά και γενναιοδωρία όλες οι πραγματικές φιλοδοξίες, όλες οι ζωντανές δυνάμεις μιας χώρας», αλλά καταλήγουν «σκοτωμένες και θαμμένες»126.

Η «συγκεντρωτική κυβέρνηση» συσσωρεύει εξουσία στο «κοινοβούλιο και τους αξιωματούχους του» και είναι ανίκανη να αντιμετωπίσει τα προβλήματα των απλών ανθρώπων, «όλα τα αναρίθμητα ζητήματα της κοινότητας»127.Αν «το κράτος ... και ο καπιταλισμός είναι αδιαχώριστα μεταξύ τους ... και συνδέονται ... με το δεσμό του αιτίου και του αποτελέσματος», τότε το επαναστατικό κράτος θα πρέπει να γεννήσει με τη σειρά του ένα είδος καπιταλιστικού συστήματος128. Όπως η ύπαρξη μιας οικονομικά κυρίαρχης τάξης συνεπάγεται την ύπαρξη κράτους, έτσι και η ύπαρξη κράτους συνεπάγεται την ύπαρξη μιας οικονομικά κυρίαρχης τάξης. Ο κρατικός συγκεντρωτισμός δεν ήταν ατύχημα· προέκυψε κυρίως από το ρόλο του κράτους ως εργαλείου των κυρίαρχων μειοψηφιών - των αρχουσών τάξεων - οι οποίες μπορούν να εξουσιάζουν μόνο αν η διοικητική ισχύς είναι συγκεντρωμένη στα χέρια τους. Το Κράτος είναι ταυτόχρονα υπερασπιστής του ταξικού συστήματος και πυλώνας της εξουσίας της άρχουσας τάξης.Η χειραφέτηση της εργατικής τάξης και των αγροτών απαιτεί έναν ριζοσπαστικά δημοκρατικό τρόπο κοινωνικής οργάνωσης που μεγιστοποιεί τη λαϊκή αυτενέργεια κι αυτοδιεύθυνση - κι αυτό είναι εκ διαμέτρου αντίθετο με το κράτος. Το κράτος, υποστήριζε ο Κροπότκιν, «όντας η δύναμη στην οποία κατέφυγαν οι μειοψηφίες προκειμένου να καθιερώσουν και να οργανώσουν την εξουσία τους πάνω στις μάζες, δεν μπορεί να γίνει η δύναμη που θα βοηθήσει στην καταστροφή αυτών των προνομίων»129. Αυτή η κριτική που αντιλαμβάνεται το κράτος ταυτόχρονα ως οργάνωση της άρχουσας τάξης και καταστροφέα της ατομικής ελευθερίας είναι αρκετά διαφορετική από την απόρριψη του κράτους ως εχθρού της ατομικής αυτονομίας - αντίληψη που, επαναλαμβάνουμε, είχαν οι Γκόντγουιν, Στίρνερ και Τολστόι.

Η Απόρριψη του Κρατικού Σοσιαλισμού

Το πολιτικό συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι το κράτος αποτελεί εμπόδιο για την αποτίναξη του ταξικού συστήματος τόσο όσο ο καπιταλισμός και η ιδιοκτησία γης. Ενώ αντιτίθενται στον οικονομικό φιλελευθερισμό, οι αναρχικοί δεν αναζητούν λύση στην αύξηση της κρατικής παρέμβασης. Η επιλογή ανάμεσα στην αγορά και το κράτος είναι μια επιλογή κενή περιεχομένου. Το κράτος δεν είναι, ούτε μπορεί να γίνει, εργαλείο θεμελιώδους κοινωνικής αλλαγής. Ανεξαρτήτως ιδεολογίας, προθέσεων ή κοινωνικών καταβολών, εκείνοι που έχουν στα χέρια τους την κρατική εξουσία είναι πάντοτε μέρος μιας κυρίαρχης τάξης. Ο Μπακούνιν σχολίαζε ότι «οι άνθρωποι δεν θα νιώσουν καλύτερα αν το ραβδί που τους χτυπά μετονομαστεί σε “ραβδί του λαού”. ... Κανένα Κράτος ... ακόμη και η πιο κόκκινη δημοκρατία, δεν μπορεί να δώσει στο λαό αυτό που θέλει.»130

Μια στρατηγική που βασίζεται στην κατάκτηση της κρατικής εξουσίας - είτε μέσα από εκλογές είτε μέσα από επανάσταση - απλώς θα επαναλάβει, με άλλα λόγια, τις κοινωνικές παθογένειες που είναι παρούσες στα υπάρχοντα κράτη: ταξική κυριαρχία μέσω του εξουσιαστικού συγκεντρωτισμού. Αυτό είναι το πλαίσιο στο οποίο ο Μπακούνιν περιέγραψε την καθολική ψηφοφορία σαν «τεράστια απάτη» και «παιδαριώδη φαντασίωση», τουλάχιστον όσον αφορά τη διανομή του πλούτου και της εξουσίας στην κοινωνία: «Την επομένη των εκλογών όλοι επιστρέφουν στις δουλειές τους, ο λαός στο μόχθο, η αστική τάξη στο μάζεμα κερδών και τις πολιτικές μηχανορραφίες»131. Όταν οι αποφάσεις λαμβάνονται χωρίς την «εμπλοκή» του λαού, «ο λαός σύρεται σε καταστροφικές πολιτικές, χωρίς να το αντιλαμβάνεται». Το αποτέλεσμα της εκλογής μιας νέας κυβέρνησης, ακόμη και αν δεσμεύεται ανοιχτά να προωθήσει τα συμφέροντα της πλειοψηφίας, είναι «πολύ μετριοπαθές» και το κυβερνών κόμμα γίνεται τμήμα του μηχανισμού της ταξικής κυριαρχίας, υιοθετώντας τον πατριωτισμό στη θέση του διεθνισμού, συμμαχώντας με τα «φιλελεύθερα αστικά» κόμματα και περιορίζοντας τις προοπτικές της σε μικρές μεταρρυθμίσεις που δεν αναστατώνουν την άρχουσα τάξη132.Αντι το κυβερνών κόμμα να αλλάξει το κράτος, το κράτος αλλάζει το κυβερνών κόμμα.

Ο Μπακούνιν υποστήριζε ότι οι βουλευτές θα διαφθαρούν λόγω των «θεσμικών θέσεών» τους και δεν θα λογοδοτούν στις περιφέρειες τους, καθώς και ότι είναι «ίδιον κάθε προνομίου και κάθε προνομιούχου θέσης να νεκρώνει τις καρδιές και τα μυαλά των ανθρώπων»133. Αυτό συμβαίνει ανεξάρτητα από τις εντολές που παίρνει το κόμμα, τους μισθούς των βουλευτών ή την ύπαρξη άλλων μηχανισμών που εμποδίζουν τους βουλευτές στην τήρηση των δεσμεύσεών τους. Η κατάσταση αυτή δεν αλλάζει μέσω της αμοιβής των βουλευτών με μισθό εργάτη ή δίνοντας τη δυνατότητα στους ψηφοφόρους να ανακαλέσουν τους «κακούς» βουλευτές ανάμεσα στις εκλογικές περιόδους.Την περίοδο που έγραφε ο Μπακούνιν, η καθολική ψηφοφορία ήταν παντού σπάνιο φαινόμενο, συμπεριλαμβανόμενης και της Ευρώπης. Μέχρι την εποχή του Κροπότκιν είχαν γίνει μεγάλες αλλαγές, όμως η κατάσταση φαινόταν να επιβεβαιώνει την οπτική του Μπακούνιν. «Πολλές ελπίδες βελτίωσης», σημείωνε ο Κροπότκιν, «επενδύθηκαν ... στην διεύρυνση των πολιτικών δικαιωμάτων των εργαζόμενων τάξεων» αλλά «αυτές οι παραχωρήσεις, μη συνοδευόμενες από αντίστοιχες αλλαγές στις οικονομικές σχέσεις, αποδείχτηκαν αυταπάτες»134.Οι αναρχικοί απορρίπτουν επίσης την κλασική Μαρξιστική στρατηγική της δικτατορίας του προλεταριάτου ως μέσο καταστροφής της ταξικής κοινωνίας. Χρήση του κράτους, ενός συγκεντρωτικού οργάνου εξουσίας, σημαίνει πως μια μικρή επαναστατική ελίτ λειτουργεί ως εξουσιαστική ομάδα, αναπαράγοντας ένα κύριο χαρακτηριστικό του ταξικού συστήματος που οι αναρχικοί θέλουν να καταστρέψουν: την εξουσία στα χέρια μειοψηφιών. Επιπλέον, η ελευθερία δεν μπορεί να έρθει από τα πάνω αλλά απαιτεί αυτοχειραφέτηση μέσα από τη συνεργασία και τον αγώνα. «Είμαι πάνω απ' όλα απόλυτος εχθρός της επανάστασης μέσω διαταγμάτων», έλεγε ο Μπακούνιν, «η οποία απορρέει από την ιδέα του επαναστατικού Κράτους, δηλαδή την αντίδραση μεταμφιεσμένη σε επανάσταση». Γιατί «αντίδραση μεταμφιεσμένη σε επανάσταση»; Επειδή απλώς τα εξουσιαστικά μέσα δεν μπορούν να προωθήσουν χειραφετητικούς σκοπούς: «τα διατάγματα, όπως και γενικά η εξουσία, δεν καταργούν τίποτα· μονάχα διαιωνίζουν αυτό που υποτίθεται πως θα καταστρέψουν»135.Ακόμα και αν μια επαναστατική δικτατορία συντρίψει τις προηγούμενες ελίτ, το νέο καθεστώς θα είναι από μόνο του ταξικό, θεμελιωδώς κακό όσο και το προηγούμενο. Για «το προλεταριάτο», έγραφε ο Μπακούνιν, «αυτό δεν θα είναι τίποτα διαφορετικό από τον στρατώνα: ένα καθεστώς στο οποίο οι πειθαρχημένοι εργάτες και εργάτριες κοιμούνται, ξυπνούν, δουλεύουν και ζουν υπό τα κελεύσματα ενός τυμπάνου»136. Για τον Κροπότκιν ένα τέτοιο κράτος είναι «τόσο μεγάλος εχθρός της ελευθερίας όσο οποιαδήποτε μορφή απολυταρχίας», καθώς η κυβέρνηση του είναι «επιφορτισμένη με τη διαχείριση ολόκληρης της κοινωνικής οργάνωσης, συμπεριλαμβανόμενης της παραγωγής και της διανομής του πλούτου»137.

Ο Μπακούνιν κι ο Κροπότκιν τόνιζαν κατ' επανάληψη ότι οι επαναστατικές «σοσιαλιστικές» κυβερνήσεις θα είναι, στην πραγματικότητα, μορφές κρατικού καπιταλισμού. Ο Μπακούνιν μιλούσε για τις ευκαιρίες που δίνονται στους «πανούργους και μορφωμένους» στους οποίους «θα χορηγηθούν κυβερνητικά προνόμια» και στους «έμμισθους διανοούμενους», που «θα προσελκυσθούν από το απεριόριστο της διεθνούς κερδοσκοπίας της κρατικής τράπεζας» και «θα βρουν ένα τεράστιο πεδίο για επικερδείς, δόλιες συμφωνίες»138. «Το κράτος, έχοντας γίνει ο μοναδικός ιδιοκτήτης» των μέσων παραγωγής, «θα γίνει έπειτα ο μοναδικός τραπεζίτης, καπιταλιστής, οργανωτής και διευθυντής ολόκληρης της εγχώριας εργασίας και ο διανομέας των προϊόντων της»139. Το φάντασμα του «συγκεντρωτικού κρατικού καπιταλισμού» «που διαλαλεί το όνομα του κολεκτιβισμού», αυτή η «μορφή του συστήματος μισθωτής εργασίας» στοίχειωνε πάντα τα γραπτά του Κροπότκιν140.

Η σκλαβιά στο εσωτερικό συναντά τη σκλαβιά στο εξωτερικό καθώς το επαναστατικό κράτος ανταγωνίζεται με τα άλλα κράτη, αναγκάζοντας την άρχουσα ελίτ της να γίνει πατριωτική, πολεμοκάπηλη και δυνάμει ιμπεριαλιστική· έτσι, ένα Μαρξιστικό καθεστώς στη Γερμανία θα γινόταν ο φορέας ενός νέου Παγγερμανισμού και ο Μαρξ θα γινόταν ο «Βίσμαρκ του Σοσιαλισμού». Μετά από έναν εικοστό αιώνα που αντίκρισε την εισβολή και τη στρατιωτική κατοχή της Ανατολικής Ευρώπης από την Ε.Σ.Σ.Δ., τις διενέξεις για τα σύνορα ανάμεσα σε Ε.Σ.Σ.Δ. και Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας (οι οποίες οδήγησαν την Ε.Σ.Σ.Δ. να έχει περισσότερο στρατό στα σύνορά της με την Κίνα παρά στα σύνορα με τη Δυτική Ευρώπη μέχρι το 1970) και τον πόλεμο μεταξύ των αυτοαποκαλούμενων σοσιαλιστικών καθεστώτων της Καμπότζης και του Βιετνάμ, πολλοί θα έλεγαν ότι ο Μπακούνιν είχε δίκιο.Για τους αναρχικούς η καταστολή, οι κοινωνικές ανισότητες κι ο μιλιταρισμός των αυτοαποκαλούμενων καθεστώτων του «υπαρκτού σοσιαλισμού» και των «λαϊκών δημοκρατιών» του εικοστού αιώνα δεν αποτελούν προσωρινές «στρεβλώσεις» ή «εκφυλισμό» της κατά τ' άλλα χειραφετητικής Μαρξιστικής πρακτικής. Είναι λογικά επακόλουθα μιας εξουσιαστικής πολιτικής κρατισμού. Τα μέσα καθορίζουν το σκοπό· μια εξουσιαστική στρατηγική, βασισμένη στο συγκεντρωτισμό, τη δικτατορία και τη στρατιωτικοποίηση οδηγεί αναγκαστικά σε ένα συγκεντρωτικό, δικτατορικό και μιλιταριστικό καθεστώς. Αντίθετα, μια αυτοδιευθυνόμενη και λαϊκή επανάσταση από τα κάτω έχει τη δυναμική να δημιουργήσει μια νέα και ριζοσπαστικά δημοκρατική κοινωνία. Η ανάγκη για τη συμφωνία μέσων και σκοπών, καθώς και για τη δυνατότητα παραγωγής μιας ριζοσπαστικής αντικαπιταλιστικής πολιτικής που απορρίπτει το κράτος είναι δύο από τις κύριες αντιλήψεις του αναρχισμού αναφορικά με τους σύγχρονους αγώνες.

Συνεχίζεται

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]