user preferences

Η δημοκρατία, το πολιτικό ψέμα και οι εκλογές

category Διεθνή | Διάφορα | Γνώμη / Ανάλυση author Friday September 18, 2015 19:58author by Γιώργος Μεριζιώτης Report this post to the editors

Η λέξη δημοκρατία αποτελείται από τα συνθετικά δήμος’ (το σύνολο ή η συνέλευση των ανθρώπων που έχουν ίσα πολιτικά δικαιώματα, στην “κλασική” Αθήνα ισοδυναμούσε περίπου με τον αριθμό των τριάντα χιλιάδων ελεύθερων πολιτών. Η πλειοψηφία που ήταν σκλάβοι, γυναίκες και μέτοικοι απαγορευόταν να μετέχουν στις αποφάσεις και στην διαχείριση της πόλης) και κράτος’ (δύναμη, εξουσία, κυριαρχία). Ενώ στις λέξεις μοναρχία’ και ολιγαρχία’ το δεύτερο συνθετικό άρχω’ σημαίνει Κυβερνώ, οδηγώ, κυριαρχώ’. Ο όρος, πάντως, ουσιαστικά δηλώνει το πολίτευμα εκείνο στο οποίο η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της συνέλευσης των εχόντων ίσα πολιτικά δικαιώματα. Ήταν μια μορφή ελλιπούς, μισής, ταξικής πολιτειακής συγκρότησης, μια συμφωνία μεταξύ όχι των δύνασται (της δυνατότητας να συμμετέχουν όλοι) αλλά των συστημικά υφιστάμενα ίσων.
917954955959947949769962250x300.jpg

Η δημοκρατία, το πολιτικό ψέμα και οι εκλογές

1. Η δημοκρατία τους

Η λέξη δημοκρατία αποτελείται από τα συνθετικά δήμος’ (το σύνολο ή η συνέλευση των ανθρώπων που έχουν ίσα πολιτικά δικαιώματα, στην “κλασική” Αθήνα ισοδυναμούσε περίπου με τον αριθμό των τριάντα χιλιάδων ελεύθερων πολιτών. Η πλειοψηφία που ήταν σκλάβοι, γυναίκες και μέτοικοι απαγορευόταν να μετέχουν στις αποφάσεις και στην διαχείριση της πόλης) και κράτος’ (δύναμη, εξουσία, κυριαρχία). Ενώ στις λέξεις μοναρχία’ και ολιγαρχία’ το δεύτερο συνθετικό άρχω’ σημαίνει Κυβερνώ, οδηγώ, κυριαρχώ’. Ο όρος, πάντως, ουσιαστικά δηλώνει το πολίτευμα εκείνο στο οποίο η εξουσία βρίσκεται στα χέρια της συνέλευσης των εχόντων ίσα πολιτικά δικαιώματα. Ήταν μια μορφή ελλιπούς, μισής, ταξικής πολιτειακής συγκρότησης, μια συμφωνία μεταξύ όχι των δύνασται (της δυνατότητας να συμμετέχουν όλοι) αλλά των συστημικά υφιστάμενα ίσων.

Η λέξη παρουσιάζεται στον Ηρόδοτο, που έγραψε μερικά από τα πρωιμότερα σωζόμενα γραπτά, αλλά ίσως δεν χρησιμοποιήθηκε πριν το 440-430 π.Χ. Δεν είναι σίγουρο ότι η λέξη χρησιμοποιήθηκε από τη στιγμή της γέννησης της δημοκρατίας, αλλά από το 460 π.Χ. γνωρίζουμε την ύπαρξη του ονόματος “Δημοκράτης”, που προφανώς δόθηκε από τους γονείς στο παιδί τους ως ένδειξη δημοκρατικής νομιμότητας.

Στην νέα εποχή, τέλη του 18ου αιώνα, μέσω της Γαλλικής Επανάστασης (στην όποια κυριάρχησαν οι Ιακωβίνοι), επανήλθε στο ιστορικό προσκήνιο ο αρχαιοελληνικός όρος «Δημοκρατία» που μέσα σε δύο μόνον αιώνες κατόρθωσε, όχι ο ίδιος βεβαίως, αλλά μία παρωδία του που λέγεται αντιπροσώπευση – «Κοινοβουλευτισμός», να καλύψει ολόκληρη σχεδόν την ανθρωπότητα. Σήμερα όλοι είναι, ή παριστάνουν ότι είναι … «Δημοκράτες», ο δε πλανήτης κατακλύζεται από… εμμεσο-«Δημοκρατίες» παντός είδους: αστικο-κοινοβουλευτικές, βασιλευόμενες, στρατοκρατικές, τηλεοπτικές, φασιστικές και πάει λέγοντας, προς αύξηση των δόσεων της διαστρεβλώσεως και της αχρηστεύσεως των εννοιών.

Δείτε μία επιθετική κατηγοριοποίηση της Δημοκρατίας ένα λογοπαίγνιο που θέλει αλλά δεν μπορεί να αποκρύψει την πολιτική διαμεσολάβηση και την οικονομική εκμετάλλευση. Η αντιπροσωπευτική δημοκρατία και ο καπιταλισμός, η κυβέρνηση και εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, δεν σημαίνει τίποτα άλλο εκτός από δουλεία. Άλλωστε εμείς δεν παρασυρόμαστε από τις διάφορες λουσάτες συσκευασίες που διανθίζουν την δημοκρατία. Ένα είναι γεγονός, στη σύγχρονη εποχή έχουν υπάρξει και υπάρχουν δυο συστήματα και τα δυο ολιγαρχικά: το ένα φιλελεύθερο ολιγαρχικό, το άλλο δεσποτικό ολιγαρχικό. Ορίστε ο κήπος όπου ανθίζουν όλα τα δημοκρατικά λουλούδια και όπως έχουν παρουσιαστεί τα κράτη σε παγκόσμιο επίπεδο σαν πολιτειακά μορφώματα από τις άρχουσες ελίτ: Αντιπροσωπευτική δημοκρατία, Βασιλευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, Προεδρευόμενη Κοινοβουλευτική Δημοκρατία, Σύστημα Γουεστμίνστερ, Προεδρική Δημοκρατία (Congressional system), Ημιπροεδρικό σύστημα, Σοσιαλιστική δημοκρατία, Σοβιετική δημοκρατία, Λαϊκή δημοκρατία, Χριστιανοδημοκρατία, Ισλαμική Δημοκρατία. Έννοιες, όπως: συμμετοχική δημοκρατία, δημοκρατικός συγκεντρωτισμός. Κόμματα, όπως: Χριστιανοδημοκρατικά, Σοσιαλδημοκρατικά, και πάει λέγοντας. Στα τέλη του 18ου αιώνα, όπως ήδη προείπαμε, αν και η καρμανιόλα γκρέμισε την θεοκρατία και την μοναρχία , οι αστοί Ιακωβίνοι σφετερίστηκαν την μεγάλη λαϊκή επανάσταση η οποία δεν μπόρεσε να εγκαθιδρύσει την πραγματική Δημοκρατία, δηλαδή την Άμεση, παρά τις κραυγές αρκετών «Ορεινών», αλλά και κύρια από τον αγώνα των πληβείων (αβράκωτων) ενάντια στην απάτη των εκπροσωπήσεων. Αυτό που επεκράτησε αργότερα παγκοσμίως, ήταν τελικά ο κυβερνητισμός και ο κρετίνικος αγγλικός κοινοβουλευτισμός (σύστημα Γουεστμίνστερ), ενώ από την γαλλική έκρηξη έμεινε, τελικά, ο ψευδεπίγραφος εξισωτισμός του «εγκαλιτέ» που είναι το ζητούμενο μέχρι σήμερα. Η σύγχρονη δυτική πολιτική κουλτούρα έχει δημιουργηθεί επί τη βάσει αντιφατικών ιδανικών και ειδικά πάνω στην αντιφατική μετεξέλιξη της Γαλλικής Επανάστασης, της οποίας ο υποτιθέμενος μετασχηματισμός σε πολιτιστική πραγμα­τικότητα, σήμαινε την σταθεροποίηση και την εξασφάλιση των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των τυπικών αστικών ελευθεριών, βρίσκοντας την ιστορική ολοκλήρωση της στον αμερικανισμό, την πρώτη σύγχρονη δουλοκτητική κοινωνία και στην εξέλιξή της δε σε ένα από τα πιο κοινωνικά ανάλγητο σύστημα. Τι να πούμε όμως για την άλλη Μεγάλη Επανάσταση, την Ρώσικη, που την σφετερίστηκαν οι μπολσεβίκοι και παρ’ όλες τις μεγάλες προσδοκίες που καλλιέργησε στην σκλαβωμένη ανθρωπότητα, έπαψε πολύ σύντομα να είναι “εγκαλιτέ” και “λιμπερτέ” (ελευθερία και ισότητα). Πάντως, από την γέννηση της η δημοκρατία εμπεριείχε την κοινωνική μερικότητα και τον αποκλεισμό και προπάντων την αποφυγή από τους αρχαίους και νυν δημοκράτες της αναγκαίας χειρονακτικής εργασίας (στις μέρες μας βρώμικης, μαύρης εργασίας), που κρατάει την ζωή και την κοινωνία σε ένα ανεκτό ανθρωπινό επίπεδο διαβίωσης. Ήταν ένα μισοαριστοκρατικό σύστημα, όπως είναι στις μέρες μας το λεγόμενο αξιοκρατικό σύστημα. Έκτοτε, το ζητούμενο για τους δούλους, τους είλωτες, τους πληβείους, τους σκλάβους και τους προλετάριους, ήταν η διεύρυνση αυτής της δημοκρατίας σε όλα τα επίπεδα, πολιτικό, οικονομικό κοινωνικό, και γι’ αυτό επιζητείται να είναι κάτι παραπάνω από άμεση, δηλαδή αναρχική.

2. Το πολιτικό ψέμα

Ο σύγχρονος πολιτικαντισμός και το πολιτικό ψέμα γεννήθηκε μαζί με τη κοινοβουλευτική δημοκρατία στην Ευρώπη του τέλους του 19ου αιώνα, για έναν απλό λόγο: τότε προέκυψε η ανάγκη εξαπάτησης των μαζών. Έκτοτε, οι τεχνικές της δημόσιας πολιτικής υποκρισίας εμπλουτίστηκαν με τη βοήθεια επικοινωνιολόγων, διαπλαστών της κοινής γνώμης (δημοσιογράφων), καλλωπίστηκαν από στυλίστες και διαδόθηκαν από τους μηχανισμούς της τηλεοπτικής προπαγάνδας.

α) Πότε καταγράφτηκε το πολιτικό ψέμα

Ήδη, ο Πλάτωνας στην “Πολιτεία” του ει­σάγει την έννοια του «γενναίου ψεύδους» ενός κατασκευασμένου μύθου– στον οποίο θα βασίζεται η σταθερότητα της πολιτείας. Τα επανορθωτικά ιαματικά ψέματα μια κυβέρνηση δεν πρέπει να τα περιμένει από τους ποιητές. Η εφεύρεση τέτοιων μύθων πρέπει να είναι αποκλειστικό προνόμιο της πολιτείας υποστηρίζει, ως γνήσιος υπέρμαχος της ολιγαρχίας. Ενώ ο έτερος απολογητής της κυριαρχίας Αριστοτέλης, έχει άλλη γνώμη και θεωρεί πως τα ψεύδη έστω και αν βαφτίζονται γενναία, χρήσιμα ή ιαματικά είναι επικίνδυνα και μπορεί να φέρουν στάσεις και ταραχές.

β) Πότε γενικεύτηκε το πολιτικό ψέμα

Λες ψέματα στο λαό όταν χρειάζεται να τον πείσεις. Οι ελέω θεού μονάρχες και οι απολυταρχικοί ηγέτες δεν είχαν τόσο άμεση α­νάγκη να πείσουν τις μάζες, αφού σπάνια απευθύνονταν σ” αυτές. «Ο Μπίσμαρκ πιθανότατα δεν είχε απευθυνθεί ποτέ παρά μόνο σε ακροατήρια ηγετικών στρωμάτων» σημειώνει ο Έρικ Χομπσμπάουμ στην “Εποχή των αυτοκρατοριών” (άλλωστε, στην περίπτωση αυτή λειτουργούσε ακόμα το μέγα ψεύδος του Ελέω Θεού μονάρχη).

Σύμφωνα με τον Βρετανό ιστορικό, το πολιτικό ψέμα γενικεύτηκε με τη σταδιακή επικράτηση της ρεπουμπλικανικής δημοκρατίας και της καθολικής ψήφου στην Ευρώπη και την άνθιση του λαϊκού τύπου ως μέσου πολιτικής προπαγάνδας στα τέλη του 19ου αιώνα: «Ο αυξανόμενος εκδημοκρατισμός καθιστούσε αδύνατο τον δημόσιο διάλογο με κάποιους ελάχιστους όρους ειλικρίνειας.
Ποιος υποψήφιος θα ήθελε να πει στους ψηφοφόρους του –σύμφωνα με την Χομπιανή λογική ότι τους θεωρούσε υπερβολικά ηλίθιους και αμαθείς για να κρίνουν την καλύτερη λύση στην πολιτική και ότι «τα αιτήματά τους δεν ήσαν μόνο παράλογα, αλλά και επικίνδυνα για το μέλλον της χώρας;». Έτσι, μαζί με την πρώτη μαζική προεκλογική εκστρατεία που εγκαινιάστηκε από τον Γκλάντατον στη Βρετανία το 1879, λίγο αργότερα και σε όλη την Ευρώπη, μαζικοποιήθηκε και το πολιτικό ψεύδος όπως το ακούμε, επεξεργασμένο και εξελιγμένο, ως σήμερα.

γ) Πότε ξεκίνησε το “ οφ δι ρέκορντ

Περιστοιχισμένοι από ρεπόρτερ που θα μετέφεραν τα λόγια τους και στο πιο απόμακρο συνοικιακό ταβερνείο», οι πολιτικοί της Δημοκρατίας έπρεπε να γίνουν… εξπέρ στη διπροσωπία. Ο εκδημοκρατισμός έφερε την πολιτική κοινωνιολογία, αλλά και τη δημόσια πολιτική υποκρισία. Μόνη διέξοδος ειλικρίνειας για τους επαγγελματίες ψεύτες της πολιτικής, οι κλειστές λέσχες των τζέντλεμαν και οι κατ’ ιδίαν συναντήσεις, πρόδρομοι της διαδρομολογίας και του «οφ δι ρέκορντ»: «Όταν οι άνδρες που κυβερνούσαν ήθελαν πραγματικά να πουν αυτό που εννοούσαν, στο εξής ήσαν αναγκασμένοι να το κάνουν στους διαδρόμους της εξουσίας, στις λέσχες, στις ιδιωτικές κοινωνικές συναθροίσεις, στις κυνηγετικές διοργανώσεις ή τα Σαββατοκύριακα στις εξοχικές επαύλεις, όπου τα μέλη των ηγετικών στρωμάτων συναντιόνταν σε ατμόσφαιρα πολύ διαφορετική από τις παρωδίες μονομαχιών στις κοινοβουλευτικές συζητήσεις ή στις δημόσιες συγκεντρώσεις».
Έρικ Χομπσμπάουμ “Η εποχή των αυτοκρατοριών”.

Είναι χαρακτηριστικό ότι το χάσμα ανάμεσα στον δημόσιο λόγο και την πολιτική πραγματικότητα καυτηριάζεται με δηλητηριώδεις χιουμοριστικές ατάκες, όπως η παρακάτω: “Η καταραμένη εξουσία που στηρίζεται στην προνομία και συνοδεύεται από γυναίκες, σαμπάνια και μπριτζ κατέρρευσε: ήλθε τώρα η Δημοκρατία που συνοδεύεται από γυναίκες, σαμπάνια και μπριτζ” γράφει ο Άγγλος συγγραφέας Χίλερ Μπέλοκ, με αφορμή την εκλογική νίκη των Φιλελευθέρων στην Αγγλία το 1906.

δ) Τι έχει αλλάξει έως σήμερα;

Το πάντα και τίποτα. Το ραδιόφωνο πρώτα και η τηλεόραση μετά εκδημοκράτισε το ψεύδος, εμπλούτισε τις τεχνικές του, έφερε τα πρόσωπα πιο κοντά μας, με γκρο πλαν και ζουμ στη “γλώσσα του σώματος”, άρα προσωποποίησε και τελειοποίησε τις τεχνικές εξαπάτησης. Η προσωποποίηση της πολιτικής, η τάση να ψηφίζουμε πρόσωπα, όχι πολιτικές προτάσεις δεν είναι αποκλειστικό προνόμιο και απόρροια της τηλεπολιτικής. Όπως διαπιστώνει ο Αμερικανός Μάρεϊ Έντελμαν, στην «Κατασκευή του πολιτικού θεάματος», όσο λιγοστεύουν οι προγραμματικές διαφορές ανάμεσα στα κόμματα τόσο οι πολιτικοί ηγέτες προβάλλουν στυλιστικές διαφορές και αντιθέσεις, πουλάνε μια κατασκευασμένη ηγετική φυσιογνωμία, αυτοπαρουσιάζονται ως «μοναδικές επιλογές», προσφέροντας κάτι διαφορετικό από τους αντιπάλους τους σε θέμα στυλ, προσωπικότητας, άσκησης πολιτικής, συναίσθησης ή ευφυΐας».

ε) Ποιες είναι οι διαχρονικές συμβουλές του πολιτικού ψεύδους;

Απαραίτητα εγχειρίδια για τους σύγχρονους πολιτικάντηδες είναι, φυσικά, ο «Ηγεμόνας» του Μακιαβέλι, η «Τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας» του Τζόναθαν Σουίφτ και το «Εγχειρίδιο προεκλογικής εκστρατείας» του Ρωμαίου ρήτορα και πολιτευτή Κικέρωνα. Διαβάζοντας το εγχειρίδια του Κικέρωνα, ανακαλύπτουμε ότι σήμερα, 2.000 χρόνια αργότερα, κάποια πράγματα παραμένουν αναλλοίωτα όπως το ρουσφέτι και οι χαμογελαστές χαιρετούρες: “Τα ρουσφέτια πρέπει να τα διαφημίζεις και να τα προβάλλεις, φροντίζοντας να είσαι προσιτός μέρα και νύχτα, κρατώντας ανοιχτή όχι μόνο την πόρτα του σπιτιού σου, αλλά και την έκφραση του προσώπου σου, που είναι το κατώφλι της ψυχής σου”. Εδώ να κάνουμε μια παρένθεση και να αναφέρουμε επίσης, ότι η λέξη πελατεία είναι λατινική και σήμαινε στην κυριολεξία την εξής διαδικασία: Κάθε Ρωμαίος άνεργος πολίτης δικαιούταν επίδομα ανεργίας το οποίο δίνονταν σε ποσότητα σιταριού που μοιράζονταν αποκλειστικά από τους συγκλητικούς. Ο συγκλητικός που εξασφάλιζε περισσότερες ποσότητες (μερίδες) σιταριού έπαιρνε και τις περισσότερες ψήφους, η διαδικασία αυτή λέγονταν «πελατεία» και ο άνεργος πολίτης «πελάτης» αλήθεια τι έχει αλλάξει από τότε; Να σημειώσουμε εδώ ότι το σιτάρι όλης της Σικελίας πήγαινε αποκλειστικά για το επίδομα ανεργίας γι’ αυτό και ο Σπάρτακος έκανε έφοδο στο νησί και όχι στην Ρώμη, θέλοντας να αποκόψει τον εφοδιασμό με σιτάρι την πόλη, ελπίζοντας ότι οι άνεργοι πολίτες της Ρώμης θα εξεγερθούν. Είναι μύθος ότι η εκλογική πελατεία εμφανίζετε μόνο σε καθυστερημένες πολιτικά χώρες (όπως και η Ελλάδα ) υπάρχει σε διαφορετικές εκδοχές και στα εκσυγχρονισμένα κράτη -μητρόπολης του καπιταλισμού– πχ λόμπι - λομπίστες κλπ.i Τις πιο συναρπαστικά μοντέρνες συμβουλές, όμως τις έδωσε ο Τζόναθαν Σουίφτ πριν από σχεδόν τρεις αιώνες στο εγχειρίδιο η «Τέχνη της πολιτικής ψευδολογίας»: “Το κόμμα που θέλει να αποκαταστηθεί το κύρος και η αξιοπιστία του πρέπει επί τρεις μήνες να μην πει και να μη δημοσιεύσει τίποτα που να μην είναι αληθινό και πραγματικό”. “Είναι ο καλύτερος τρόπος για να αποκτήσει το δικαίωμα να πλα­σάρει ψέματα τους επόμενους έξι μήνες. Προσοχή, όμως, θέλει και το ψέμα τη ρέγουλά του: «Το να δίνεις στο λαό να καταπιεί πολλά μαζί δεν είναι ο καλύτερος τρόπος για να γίνεις πιστευτός. Όταν βάζεις παραπάνω σκουλήκι στο αγκίστρι δεν τσιμπάει ο κοκωβιός”.

3. Οι εκλογές

Από την εμφάνιση των εξουσιαστικών–ιεραρχικών συστημάτων και του κράτους ως δύναμη επιβολής της θέλησης των ολίγων, οι ολιγαρχίες αντιλαμβάνονται και οργανώνουν την κοινωνική ζωή «κατ’ εικόνα και καθ” ομοίωση» του εαυτού τους. Αντιλαμβάνονται τον κόσμο, και κατ’ επέκταση τη ζωή, μονοσήμαντα, μονοδιάστατα και ομοιόμορφα, κατά συνέπεια, κυριαρχικά. Γι’ αυτό, όπου εμφανίζεται μια διαφορετική εκδήλωση και οργάνωση της κοινωνικής ζωής, η κυριαρχία έχει την τάση να την καταστέλλει. Και όταν δεν επαρκεί η καταστολή επιχειρεί να την αφομοιώσει και να την αποδεχθεί στο μέτρο που καταφέρνει να αυτοαναπαραχθεί μέσα της. Τα αστικά και αργότερα κρατικο-καπιταλιστικά, «σοσιαλιστικά» καθεστώτα που επιβλήθηκαν μετά από τις μεγάλες λαϊκές επαναστάσεις, από τον δέκατο όγδοο μέχρι και τον εικοστό αιώνα, αν και εναντιώθηκαν στη φεουδαρχία, στη μοναρχία, στη θεοκρατία και στο δεσποτισμό, σκόπιμα διαστρέβλωσαν τους αγώνες για την οργάνωση της κοινωνίας από τα κάτω προς τα πάνω. Μέσα από ελιτίστικες αριστοκρατικές αντιλήψεις και δοξασίες μην έχοντας εμπιστοσύνη στις λαϊκές μάζες –οι λαϊκές μάζες δεν είναι ικανές να αυτοκυβερνηθούν– παραχάραξαν την αξίωση αυτών των επαναστάσεων για πολιτικές ελευθερίες, κοινωνική ισότητα, αδελφότητα και τον λαϊκό αυτοπροσδιορισμό και επέβαλαν συστήματα διακυ­βέρνησης που διατήρησαν τους θεσμούς των φεουδαρχικών–μοναρχικών καθεστώτων. (Γιατί, τι άλλο είναι ο θεσμός της πρωθυπουργίας, της προεδρίας, των υπουργών, του δημάρχου κτλ);

Έτσι οι αστικές και μετέπειτα εργατικές μικροαστικές ελίτ εκμεταλλευόμενες τις τεράστιες προοπτικές που άνοιγαν οι λαϊκές επαναστάσεις, σφετερίστηκαν αυτή τη δυναμική προς όφελος του εαυτού τους και της τάξης που εκπροσωπούσαν. Από το αυτεξούσιο των εθνοσυνελεύσεων, των τομέων και της συντακτικής περάσαμε στην εξουσία του διευθυντηρίου και του Βοναπάρτη, αργότερα ενός Αδόλφου, ενός Μπενίτο και μυρίων άλλων και από το αυτεξούσιο των συμβουλίων–σοβιέτ και των εργατικών επιτροπών περάσαμε στην εξουσία μιας πολιτικής κλίκας, του κόμματος, του Πατερούλη των λαών και του Μεγάλου Τιμονιέρη. Συμπύκνωσαν και μεγιστοποίησαν την ιεραρχία (πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας σε τέτοιο βαθμό), μέχρι τα έσχατα όριά της και στο τέλος στρατιωτικοποίησαν όχι μόνο όλες τις βαθμίδες των ανθρώπινων εκδηλώσεων, αλλά και το σύνολο της κοινωνικής ζωής. Μέχρι σήμερα, βλέπουμε να συμβιώνουν μονάρχες με κοινοβούλια, δικτάτορες και τύραννοι με δημοκρατικό προσωπείο, θεόσταλτοι σωτήρες, πατερναλιστές και πλήθος άλλοι σαλτιμπάγκοι, και όλα αυτά τα πολιτειακά συστήματα, φυσικά, αυτοαποκαλούνται λαϊκά δημοκρατικά. Ακόμα και δίπλα στην πιο «μοντέρνα» φιλελεύθερη εκδοχή του συστήματος κυριαρχίας, το μοίρασμα της εξουσίας μεταξύ των ελίτ, δηλαδή της κοινοβουλευτικής διακυβέρνησης και της εναλλαγής των προσώπων στην εξουσία, συνυπάρχουν στην οικονομία και στην πολιτική, ο νεποτισμός (οικογενειοκρατία), το πολιτικό κληρονομικό δίκαιο, η προσωπολατρία, η ευνοιοκρατία, τα προνόμια και η διαφθορά. Όλα τα παραπάνω είναι, ουσιαστικά, δομικά στοιχεία του καπιταλισμού και του κράτους, γιατί απλούστατα χωρίς αυτά τα χαρακτηριστικά, ούτε η εξουσία των εκάστοτε πολιτικών ελίτ θα διαρκούσε για πολύ, ούτε φυσικά, η εκλογική πελατεία των κομμάτων.

Η σύγχρονη δημοκρατία είναι μια τυπική αστική επίκληση των ατομικών δικαιωμάτων και του κράτους Δικαίου. Οι πολιτικές κάστες εκφραστές αυτής της δημοκρατίας στην πραγματικότητα από την μια προωθούν την λεγόμενη συμμετοχή στα κοινά που εξαντλείται στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος και από την άλλη προωθούν την παραίτηση από τα κοινά με την επαγγελματοποίηση, κομματικοποίηση της πολιτικής ζωής, ενώ το λεγόμενο πλειοψηφικό σύστημα που διατυμπανίζουν καταρρέει από την μη αθρόα προσέλευση των ψηφοφόρων στις εκλογές. Φυσικά δεν τους απασχολεί να κυβερνούν μειοψηφικά αρκεί να μην υπάρξει κυβερνητικό κενό, διαλύουν τον κοινωνικό ιστό και εξατομικεύουν τα πρόσωπα προωθώντας από τη μία την ιδιώτευση –ο σώζων εαυτό σωθήτω– και από την άλλη τη μαζικοποίηση. Μαζικοποίηση μέσα από τους μηχανισμούς ελέγχου της γνώμης, της συνείδησης και συμπεριφοράς, από τα μαζικά μέσα ενημέρωσης. Μέσα που έχουν μετατραπεί σε τεράστιες μηχανές συμφερόντων, δύναμης (θυμίζοντας την δύναμη της προπαγάνδας που είχαν και έχουν οι εκκλησίες), προπαγάνδας και πλύσης εγκεφάλου. Μαζικά μέσα που προωθούν την διαιώνιση και επέκταση της κυριαρχίας κεφαλαίου και κράτους, με σχέση συγκοινωνούντων δοχείων, μεταξύ αυτών και των πολιτικών ελίτ, διαστρεβλώνοντας και διαπλάθοντας την ελεύθερη βούληση και την κριτική σκέψη των οικονομικά εκμεταλλευόμενων και πολιτικά καταπιεζομένων ανθρώπων.

Η κοινωνικότητα του καπιταλισμού και η έννοια του πολίτη δεν συνιστούν κοινωνία των πολιτών, αλλά, πληθυσμιακή συσσώρευση ιδιωτών-υπηκόων, οπαδών, ψηφοφόρων, καταναλωτών με υπέρτατο δικαίωμα, το δικαίωμα στην ιδιοκτησία και την κατανάλωση, είναι η «κοινωνία» των ιδιωτών (αρρώστων) με χίλια δυο αντικρουόμενα ιδιωτικά- ατομικά συμφέροντα που ιεραρχούνται, διαμορφώνονται και διαχειρίζονται από τις εκάστοτε πολιτικές ελίτ. Έτσι, η ελευθερία ταυτίζεται με την οικονομία της αγοράς και τη συσ­σώρευση του κέρδους. Η ελευθερία είναι η αγορά, όχι των ιδεών και του πράττειν, αλλά, αφενός, της κατανάλωσης και της διακίνησης εμπορευμάτων και, αφετέρου, του επιχειρείν των μεγαλοϊδιοκτητών της γης, των μέσων παραγωγής , των υπηρεσιών, του θεάματος–ακροάματος και των άυλων κεφαλαίων. Οι κυρίαρχες πολιτικές ελίτ, μέσα από το προσωπείο της λεγόμενης αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας -σε όλες τις εκδοχές της- και μέσω της διαδικασίας των εκλογών, καλλιεργούν την αυταπάτη πως έτσι εκφράζεται η λαϊκή θέληση, δημιουργούν (ή επιβάλλουν όταν χρειάζεται) τις ανάλογες συναινετικές διαδικασίες και νομιμοποιούνται, οι κυβερνήσεις και τα κόμματα μέσα από το πολιτικό ψέμα είναι πάντα δίγλωσσες, άλλα λένε τα κόμματα για να αποσπάσουν ψήφους και άλλα εφαρμόζουν όταν κυβερνούν και, φυσικά, η κορύφωση της διγλωσσίας συμβαίνει όταν η εκάστοτε κυβέρνηση θέλει να αποσπάσει συναίνεση από τις κατώτερες τάξεις.

Με αυτή τη διαδικασία, ανεξάρτητα αν την επόμενη των εκλογών αναιρούνται οι υποσχέσεις, και τα προγράμματα των πολιτικών ελίτ και οι βεβαιότητες του λαού μετατρέπονται σε θολές καταστάσεις, αυτή η αντιπροσώπευση δεν μπορεί να ανακληθεί. Στερείται, έτσι, η δύναμη του λαού και μεταβιβάζεται στην κυρίαρχη τάξη και στην πολιτική ελίτ που την εκπροσωπεί. Από την άλλη, όμως, κάθε εναλλαγή της κυβερνητικής εξουσίας κρύβει τη μεγαλύτερη δυνατή υπόσχεση αλλά και απάτη για την ικανοποίηση των αναγκών της κοινωνίας, ενώ αφαιρεί από τους ανθρώπους την συνείδηση ότι έχουν την δυνατότητα και μπορούν να παίρνουν αποφάσεις ως ίσοι μεταξύ ίσων για την κοινωνία. Το μοντέλο της δήθεν διαδοχής συστημάτων πολιτικής διακυβέρνησης σε όλο τον πλανήτη (ενώ στην ουσία δεν αλλάζουν οι πολιτικές αλλά τα πρόσωπα), και του κοινοβουλευτισμού που προωθούν οι Αμερικάνοι και οι Ευρωπαίοι ιμπεριαλιστές εξασφαλίζει τη δυναμική ενσωμάτωση όλων εκείνων των στοιχείων που επιβάλλει σε κάθε χώρα μια κυρίαρχη ομάδα-ελίτ επαγγελματιών πολιτικών, εξουσιοδοτημένη από τις οικονομικές ολιγαρχίες να λαμβάνει για λογαριασμό όλης της κοινωνίας αποφάσεις ακόμα και όταν επικαλούνται κατ” επίφαση φυσικά, τις επαναστατικές αξίες της ισότητας, της δικαιοσύνης, της αλληλεγγύης και της ελευθερίας.

Ο Μιχαήλ Μπακούνιν λέει για τις εκλογές (να σημειώσουμε ότι την εποχή που ο Μπακούνιν έγραφε αυτά τα άρθρα δεν υπήρχαν τα κόμματα με την μορφή που έχουν στις μέρες μας σαν λόμπι και μηχανές οπαδών, ούτε ήταν τόσο γενικευμένο το σύστημα των επαγγελματιών πολιτικών, ούτε φυσικά είχε μαζικοποιηθεί η ψήφος)

“… Το Κράτος δεν είναι τίποτ’ άλλο παρά η ίδια η κυριαρχία κι η εκμετάλλευση τακτοποιημένη και συστηματοποιημένη. Θα επιχειρήσουμε να το αποδείξουμε αυτό εξετάζοντας τις συνέπειες της κυβέρνησης πάνω στις λαϊκές μάζες από μια μειοψηφία, εξ αρχής έξυπνη κι αφιερωμένη αν θέλετε, σ’ ένα ιδανικό Κράτος, θεμελιωμένο πάνω σε μια ελεύθερη σύμβαση. Ας υποθέσουμε ότι η κυβέρνηση αποτελείται μόνον απ’ τους καλύτερους πολίτες. Κατ’ αρχήν αυτοί οι πολίτες είναι προ­νομιούχοι όχι δικαιωματικά, αλλά ουσιαστικά. Έχουν εκλεγεί απ’ το λαό επειδή είναι οι πιο νοήμονες, έξυπνοι, σοφοί, θαρ­ραλέοι κι αφιερωμένοι. Διαλεγμένοι απ’ τη μάζα των πολιτών, που θεωρούνται όλοι ίσοι, δεν αποτελούν ακόμη μία ξεχωριστή τάξη, αλλά μια ομάδα ανθρώπων προνομιούχα μόνον εκ φύσεως και γι’ αυτό το λόγο ξεχωρισμένη προς εκλογή απ’ το λαό. Ο αριθμός τους είναι αναγκαστικά πολύ περιορισμένος, σ’ όλες τις εποχές και σ’ όλες τις χώρες ο αριθμός των ανθρώπων προικισμένων με τόσο αξιοσημείωτες ικανότητες ώστε αυτομάτως να έχουν την ομόφωνη αποδοχή από ένα έθνος, όπως η εμπειρία μας διδάσκει, είναι πολύ μικρός. Ως εκ τούτου, κάτω απ’ τον κίνδυνο μιας κακής επιλογής, ο λαός θα ’ναι πάντοτε αναγκασμένος να επιλέξει τους κυβερνήτες του ανάμεσα σ’ αυτούς. Έτσι, λοιπόν, η κοινωνία διαιρέθηκε σε δύο κατηγορίες, για μην πω ακόμη δύο τάξεις, εκ των οποίων η μία, αποτελούμενη απ’ την τεράστια πλειοψηφία των πολιτών, υποστηρίζει ελεύθερα την κυβέρνηση των εκλεγμένων ηγετών της, η άλλη, σχηματιζόμενη από ένα μικρό αριθμό από προνομιούχες φύσεις, αναγνωρίστηκε κι έγινε δεκτή ως τέτοια απ’ το λαό, και επιφορτίστηκε απ’ αυτόν για να τον κυβερνά. Ανάλογα με τη λαϊκή εκλογή, είναι εξ αρχής διακεκριμένοι από τη μάζα των πολιτών μόνον απ’ τις ιδιαίτερες ικανότητές τους που προκρίνουν για την επιλογή τους κι είναι φυσικά, οι πιο αφοσιωμένοι και χρήσιμοι απ’ όλους. Δεν εκχωρούν ακόμα στους ίδιους κάποιο προνόμιο, κάποιο συγκεκριμένο δικαίωμα, εκτός από εκείνο της άσκησης, στο βαθμό που οι άνθρωποι το επιθυμούν, των ειδικών υπηρεσιών που τους έχουν ανατεθεί. Κατά τα λοιπά, απ’ τον τρόπο ζωής τους, απ’ τις προϋποθέσεις και τα μέσα για τη διαβίωσή τους, δε διαφέρουν καθόλου απ’ όλους τους άλλους, έτσι ώστε πλήρης ισότητα εξακολουθεί να επικρατεί σ’ όλους. Μπορεί αυτή η ισότητα να διατηρηθεί για καιρό; Εμείς ισχυριζόμαστε ότι τίποτε δεν είναι πιο εύκολο ν’ αποδειχθεί. Τίποτε δεν είναι πιο επικίνδυνο απ’ την ατομικιστική ηθική του κάθε ανθρώπου όσο η συνήθεια της κυριαρχίας. Ο καλύτερος άνθρωπος, ο πιο έξυπνος, ανιδιοτελής, γενναιόδωρος, καθαρός, πάντοτε και αναπόφευκτα θα διαφθαρεί σ’ αυτήν τη συναλλαγή. Δύο αισθήματα έμφυτα στην εξουσία ποτέ δεν αποτυγχάνουν να παράγουν αυτήν την εξαχρείωση· αυτές είναι: περιφρόνηση για τις μάζες κι η υπερεκτίμηση των πλεονεκτημάτων του ενός. “Οι μάζες”, λέει ένας άνθρωπος στον εαυτό του αναγνωρίζοντας την ανικανότητά τους να κυβερνούν για λογαριασμό τους, “έχουν εκλέξει εμένα ως επικεφαλή τους. Με την εν λόγω πράξη έχουν δηλώσει δημοσίως την κατωτερότητά τους και την ανωτερότητά μου. Ανάμεσα σ’ αυτό το πλήθος των ανθρώπων, αναγνωρίζοντας δύσκολα τίποτε κοινό με τον εαυτό μου, είμαι ο μόνος ικανός να διευθύνω τις δημόσιες υποθέσεις.

Οι άνθρωποι μ’ έχουν ανάγκη· δεν μπορούν να κάνουν χωρίς τις υπηρεσίες μου, ενώ, αντιθέτως εγώ, μπορώ να τα βγάλω πέρα μόνος μου· αυτοί, παρόλα αυτά, πρέπει να με υπακούν για το δικό τους καλό, και υποκρινόμενος ότι τους υπακούω, τους κάνω χάρη”. Δεν υπάρχει σ’ όλο αυτό κάτι που κάνει έναν άνθρωπο να χάσει το μυαλό του και την καρδιά του, και να γίνει τρελός από υπερηφάνεια; Είναι, γι’ αυτό το λόγο, η ίδια η εξουσία και η συνήθεια της κυριαρχίας που κάνει ακόμα και τους πιο έξυπνους κι ενάρετους ανθρώπους, πηγή παραλογισμών, τόσο διανοητικών όσο και ηθικών.
Μπακούνιν: Η εξουσία διαφθείρει και τους καλύτερους.

4. Εκλογές και αριστερά

«.Η μαρξιστική θεωρία λύνει πολύ απλά αυτό το δίλημμα. Λέγοντας Λαϊκή Κυριαρχία εννοούν την κυριαρχία ενός μικρού αριθμού αντιπροσώπων που έχουν εκλεγεί απ’ το λαό. Το γενικό και το ατομικό δικαίωμα να εκλέγει κανείς τους λαϊκούς αντιπροσώπους και τους κυβερνήτες του Κράτους είναι η τελευταία λέξη των μαρξιστών, όπως επίσης και των δημοκρατών. Αυτό αποτελεί ένα ψέμα πίσω απ’ το όποιο κρύβεται ο δεσποτισμός της άρχουσας μειοψηφίας, ένα ψέμα πού γίνεται ολοένα και πιο επικίνδυνο γιατί εμφανίζεται ότι εκφράζει την αποκαλούμενη λαϊκή θέληση. Τελικά απ’ οποία άποψη κι αν εξετάσουμε αυτό το θέμα, καταλήγουμε πάντοτε στο ίδιο λυπηρό συμπέρασμα, την κυριαρχία των μεγάλων λαϊκών μαζών από μια προνομιούχα μειοψηφία. Οι μαρξιστές λένε ότι η μειοψηφία αυτή θ’ αποτελείται από εργάτες. Ναι, πιθανόν από πρώην εργάτες, οι οποίοι μόλις γίνουν κυρίαρχοι πάνω στους λαϊκούς αντιπρόσωπους θα πάψουν να είναι εργάτες. και θα κοιτούν τις απλές εργατικές μάζες απ’ τα ύψη του κυβερνητικού βάθρου, δεν θα εκπροσωπούν πια το λαό παρά μόνο τον εαυτό τους και τις απαιτήσεις πού έχουν για την άσκηση της εξουσίας πάνω στο λαό. Εκείνοι πού αμφιβάλλουν γι’ αυτό γνωρίζουν πολύ λίγο την Ανθρώπινη φύση. Οι μαρξιστές λένε ότι αυτοί οι εκλεγμένοι αντιπρόσωποι θα είναι αφοσιωμένοι και καλλιεργημένοι Σοσιαλιστές. Οι εκ­φράσεις «καλλιεργημένος Σοσιαλιστής», «Επιστημονικός Σο­σιαλισμός» κλπ, που εμφανίζονται συνεχώς στους λόγους και στα κείμενα των οπαδών του Λασσάλ και του Μαρξ, αποδεικνύουν ότι το ψευτολαϊκό Κράτος δεν θα είναι τίποτε άλλο παρά ο δεσποτικός έλεγχος του πληθυσμού από μια νέα και καθόλου μεγάλη αριθμητικά, αριστοκρατία πραγματικών και ψευτοεπιστημόνων. Οι «αμόρφωτοι» άνθρωποι θ’ απαλλαγούν εντελώς από τη φροντίδα της διοίκησης και θα τύχουν τη μεταχείριση μιας πειθαρχημένης αγέλης. Τι θαυμάσια απελευθέρωση πραγματικά!…»
Μιχαήλ Μπακούνιν (1)

5. Εκλογές και αναρχικοί

Οι αναρχικοί/ές από παλιά, τότε που άρχισε να καθιερώνετε η μαζική ψηφοφορία και να καθολικο ποιήτε το εκλέγειν και το εκλέγεσθαι εναντιώθηκαν και προειδοποίησαν για τους κινδύνους, για νέα δεσμά (αόρατες αλυσίδες) που περικλείουν αυτές η διαδικασίες για τους προλεταρίους και τον φτωχό λαό. Στην εποχή μας που οι εκλογές σκοπίμως έχουν ταυτιστεί με την ελευθερία της λαϊκής βούλησης και κυριαρχίας οι αναρχικοί με το να εναντιώνονται σε αυτές την διαδικασίες από την μια φαντάζουν ντεμοντέ (παλαιομοδίτες) προσκολλημένοι όπως η πεταλίδα στον βράχο σε παλιές αντιλήψεις και από την άλλη μπορεί να ταυτιστούν στα μάτια απληροφόρητων ανθρώπων με ολοκληρωτικά δικτατορικά συστήματα αφού και αυτά εναντιώνονται και καταργούν τις εκλογές, είναι όμως έτσι;

Ας δούμε την αναρχική άρνηση έστω και επιγραμματικά. Ας δούμε μια πιο «σύγχρονη» αναρχική θέση: «Ο Κλαρκ αναλύει την μπακουνική άρνηση της εκλογικής πολιτικής σε σχέση με το συγκεκριμένο επίπεδο του κοινωνικού αγώνα. Αν το επαναστατικό κίνημα αποτελεί την πλειοψηφία, κάθε σκέψη για συμμετοχή στις εκλογικές διαδικασίες κρίνεται θανατηφόρα, διότι «θα ενδυνάμωνε την νομιμοποίηση» των υπαρχουσών μορφών κυριαρχίας, τη στιγμή μάλιστα που το πλειοψηφικό κίνημα μπορεί κάλλιστα να κινηθεί προς την αποκεντρωμένη, συμμετοχική και ελευθεριακή θέσμιση της κοινωνίας. Όταν το επαναστατικό κίνημα αποτελεί τη μειοψηφία, η υιοθέτηση της εκλογικής τακτικής κρίνεται εξίσου θανατηφόρα, διότι, αφενός μεν, εμποδίζει την ανάδυση και την ανάπτυξη αποτελεσματικότερων αμεσοδημοκρατικών αγώνων, αφετέρου δε, οδηγεί, με μαθηματική ακρίβεια θα λέγαμε, «στη δημιουργία ενός νέου στρώματος ηγετών στης τάξης των εργαζομένων». … Χρειάζεται να δούμε την αναρχική άρνηση συμμετοχής στης εκλογές σε σχέση με το συγκεκριμένο επίπεδο του κοινωνικού αγώνα στο σήμερα.

«…Η άρνηση της εκλογικής πολιτικής δεν έχει το χαρακτήρα της μικροαστικής απάθειας και αποχής, που παρατηρείται στις μέρες μας, ούτε το χαρακτήρα της «άρνησης για την άρνηση», αλλά απορρέει οργανικά από τη βαθειά πίστη των αναρχικών στην ικανότητα όλων των ανθρώπων για αυτοπροσδιορισμό και αυτοστοχασμό, εδράζεται δηλαδή, στη θεμελιώδη αναρχική αρχή της Αυτοδιεύθυνσης και της Αυτοκυβέρνησης. Στη σημερινή πραγματικότητα, κατά τη γνώμη μας, δε μπορεί να κριθεί η αντιεκλογική πολιτική των αναρχικών σε σχέση με την κατάσταση του επαναστατικού κινήματος. Δεν μπορεί να γίνει λόγος για επαναστατικό κίνημα, είτε πλειοψηφικό είτε μειοψηφικό. Και δεν μπορεί να γίνει λόγος, διότι απλούστατα δεν υπάρχει επαναστατικό κίνημα, ανεξάρτητα από την ύπαρξη κάποιων ομάδων και ατόμων, που προβαίνουν σε ορισμένες ενέργειες στο μέτρο των δυνατοτήτων τους. Μια τέτοια συγκυρία, όμως, δεν αίρει την αναρχική αντιεκλογική άποψη. Ο αναρχικός δεν μπορεί να εννοηθεί, παρά μόνο ως ηθική οντότητα. Και ηθική οντότητα σημαίνει, λειτουργία στη βάση της λογικής των ποιοτήτων του καλού και του κακού, του δέοντος και του μη δέοντος. Ανεξάρτητα, λοιπόν από την ύπαρξη ή την ανυπαρξία του ταξικού και του κοινωνικού αγώνα καθώς και ανεξάρτητα από το επίπεδό τους, ο αναρχικός και ο αναρχισμός δεν μπορούν ως εκ της φύσεως τους να μετέχουν καθ’ οιονδήποτε τρόπο στην ποσοτική λογική του «μικρότερου κακού», που χαρακτηρίζει καίρια την εκλογική διαδικασία. Πέρα, όμως, από αυτή την ηθική διάσταση, η αναρχική αντιεκλογική πολιτική ενέχει και τη δική της φιλοσοφική διάσταση. Και εννοούμε τη θεμελίωσή της στον πλατωνικό «πρωταγόρειο μύθο» και στη γενικότερη αρχαιοελληνική σκέψη. Η εκλογική διαδικασία αυτή καθ” εαυτή αναγάγει την πολιτική, δηλαδή την οργάνωση της κοινωνίας, σε τεχνική. Όπως υπάρχουν άνθρωποι που κατέχουν την ιατρική τεχνική, άλλοι τη δικηγορική, άλλοι την οικοδομική, κ.ο.κ., υπάρχουν και κάποιοι που κατέχουν την πολιτική τεχνική, για την άσκηση της οποίας επιζητούν τη ψήφο των άλλων. Εδώ ακριβώς βρίσκεται η ουσία του κοινοβουλευτισμού και της σύγχρονης κατεστημένης «πολιτικής» δεξιάς και αριστεράς. Στον αντίποδα αυτής της «πολιτικής των ειδικών» τοποθετείται η αναρχική φιλοσοφία, που συλλαμβάνει τη διεύθυνση των κοινών, δηλαδή την αυθεντική πολιτική, ως ανήκουσα στο σύνολο των ανθρώπων, που εύστοχα ονομάστηκε από τον Αισχύλο «πολισσούχος λεώς». Αλλά από την ίδια ακριβώς λογική εμφορείται και η αρχαιοελληνική πολιτική σκέψη. Όλοι να μετέχουν στην πολιτική, υποστηρίζει ο Πρωταγόρας στον ομώνυμο διάλογο του Πλάτωνα. Διότι, δεν θα μπορούσαν να υπάρχουν πόλεις, αν μετείχαν μόνο λίγοι, όπως γίνεται στις άλλες τέχνες. «… Πάντες μετεχόντων . Ού γαρ αν γένοιντο πόλεις, ει ολίγοι αυτών μετέχειεν ώσπερ των άλλων τεχνών».

Εν κατακλείδι

Πολιτική σημαίνει τα τις διαχείρισης της πόλης, στον καπιταλισμό πολιτική και κάνω πολιτική σημαίνει από την μια διαχειρίζομαι την πολιτεία εν προκείμενοι το κράτος την ταξική κοινωνία και το σύστημα της μισθωτής εργασίας, και από την άλλη κάνω πολιτική είναι η μεθοδολογία αφενός για την διατήρηση–διαιώνιση αυτής της κατάστασης και αφετέρου στο μέτρο του εφικτού και του δυνατού η επιλογή του μικρότερου κακού που απορρέει από την δονήσεις–εντάσεις που παράγει το εκμεταλλευτικό ταξικό σύστημα, οι πολιτικοί κάνουν πολιτική για να συγκεράσουν και αν δεν είναι δυνατών να διαστρεβλώσουν και να πείσουν ότι τα συμφέροντα των οικονομικών και πολιτικών ελίτ είναι και συμφέροντα της εργατικής τάξης και του φτωχού λαού μέσω της λεγομένης εθνικής οικονομίας. Να γιατί οι αναρχικοί αρνούνται να κάνουν πολιτική, να γιατί οι αναρχικοί σε αντιδιαστολή της πολιτικής αρνούμενοι να κάνουν πολιτική αφιερώνονται στους κοινωνικούς αγώνες ενάντια στο κράτος, τον καπιταλισμό, την ιεραρχία και το σύστημα της μισθωτής εργασίας.

Οι αναρχικοί/ές είναι πεπιεσμένοι ότι η πολιτική με την πραγματική και καθολική έννοια και σημασία της (αυτή της μετα-πολιτικής) μπορεί να υπάρξει μόνο σε μια κοινωνία απαλλαγμένη από τον καπιταλισμό, το κράτος, την ιεραρχία, το σύστημα της μισθωτής εργασίας και τους πολιτικάντηδες γραφειοκράτες διαμεσολαβητές. Από τα βάθη των αιώνων και από τις στιγμές της κοινωνικής επανάστασης οι πολιτικοί και ταξικοί μας πρόγονοι βροντοφώναξαν και μας έδειξαν το δρόμο. Στον πληβειακό δημόσιο χώρο που άρχισαν να σκιαγραφούν οι Αβράκωτοι, το 1774 οι Λυσσασμένοι έριξαν τον σπόρο της αναρχικής ελευθερίας και της άμεσης δημοκρατίας. O J.Varlet, από τη φυλακή του Πλεσίς, έγραφε: «…Για οποιοδήποτε σκεπτόμενο ον, κυβέρνηση και επανάσταση είναι πράγματα ασύμβατα…» Από το βήμα της Συμβατικής, στις 25 Ιούνη, ο Jacques Roux διάβασε, στο όνομα του διαμερίσματος της Grandvillíers, το υπόμνημα που θα γίνει γνωστό σαν «Μανιφέστο των Λυσσασμένων» και το οποίο θα προκαλέσει τη γενική εχθρότητα των αντιπροσώπων του λαού: «Η ελευθερία δεν είναι παρά ένα φάντασμα όταν μία τάξη μπορεί ατιμωρητί να κάνει μιαν άλλη να πεθάνει από την πείνα. Η ελευθερία δεν είναι παρά ένα φάντασμα εφόσον ο πλούσιος με το μονοπώλιο του έχει δικαίωμα ζωής ή θανάτου πάνω στους συνανθρώπους του». O γιακωβίνος- δαντονικός βουλευτής Jacques–Alexis Thariot, πριν ζητήσει τη σύλληψη του Roux, δήλωσε στο βήμα: «Μόλις ακούσατε να διακηρύσσονται οι τε­ρατώδεις αρχές της αναρχίας». Κάποια χρόνια μετά ο Πιέρ Ζοζέφ Προυντόν θα διακηρύξει ότι: Κυβέρνηση ανθρώπου από άνθρωπο σημαίνει δουλεία. «… Από την εποχή που εμφανίστηκε η πατριαρχία, η ιεραρχία, η ταξική και πολιτική κυριαρχία στην ανθρωπότητα, και μέχρι σήμερα, όλα τα συστήματα είναι συστήματα διαχείρισης των ανθρώπων από τους εκάστοτε κυρίαρχους στο όνομα της τάξης που εκπροσωπούν. Θα έρθει ο καιρός που θα περάσουμε από τα συστήματα διαχείρισης των ανθρώπων, στα συστήματα διαχείρισης των πραγμάτων και από το “βασίλειο” της αναγκαιότητας στο “βασίλειο” της ελευθερίας. Κάτω η κυριαρχία…»

Σημείωση: 1) Σε συνέχεια δείτε αυτό: Η χαμένη τιμή της αριστεράς

This page has not been translated into Polski yet.

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]