user preferences

Αυστραλία: Εργατική τάξη, μετανάστευση, κρίση

category Ινδονησία / Φιλιππίνες / Αυστραλία | Εργατικοί Αγώνες | Γνώμη / Ανάλυση author Friday June 09, 2017 19:08author by Δημήτρης Τρωαδίτης* - MACG (personal capacity)author email ngnm55 at gmail dot com Report this post to the editors

Κάποιες πρώτες σκέψεις

... δεν βλέπουμε πια ουρές αυτοκινήτων των εργαζομένων που περιμένουν κάθε πρωί να περάσουν την πύλη του εργοστασίου. Δεν υπάρχουν πια εργοστάσια. Έχουν κλείσει ή έχουν μεταφερθεί στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Οι δημόσιες τράπεζες και οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας έχουν αποχωρήσει από τη χώρα ή πρόκειται να αποχωρήσουν. Το συνδικαλιστικό κίνημα, που κάλυπτε κάποτε το ήμισυ του απασχολούμενου εργατικού δυναμικού και συναγωνιζόταν το κράτος για οικονομική εξουσία, ως επί το πλείστον βρίσκεται σε άτακτη υποχώρηση.
metanasteysi_sto_exoteriko.jpg

Εργατική τάξη, μετανάστευση και κρίση στην Αυστραλία

Κάποιες πρώτες σκέψεις

Στο τέλος του 18ου αιώνα, η αγγλική εργατική τάξη (οι υφαντουργοί, οι εργάτες γης, οι εργάτες στη βιομηχανία σιδήρου, οι ανθρακωρύχοι και άλλοι κλάδοι), ζούσε κατά μεγάλο μέρος στην επαρχία. Εκεί απασχολείτο στο σπίτι ή σε μικρά εργαστήρια, με ισχυρές διασυνδέσεις στο χωριό ή τη ζωή της τοπικής ενορίας. Ωστόσο, από τις αρχές της δεκαετίας του1830, πολλοί εργάζονταν σε μεγάλα εργοστάσια κάτω από την πειθαρχία του επιστάτη και των μηχανικών ρολογιών.

Άρχισαν να μένουν σε άθλιες πόλεις όπως το Μάντσεστερ, το Λίβερπουλ και το Λιντς. Χιλιάδες και χιλιάδες εργάτες και οι οικογένειές τους στριμώχνονταν σε επικίνδυνες φτωχογειτονιές, όπου πέθαιναν νέοι και φτωχοί. Ο παλιός κόσμος είχε αρχίσει πλέον να μεταμορφώνεται.

Ο E.P.Thompson μας λέει ότι μακροπρόθεσμα και κατά μέσο όρο, αυτή η Βιομηχανική Επανάσταση έκανε τους Βρετανούς πλουσιότερους, αλλά έγινε διαμέσου μιας άκρατης εκμετάλλευσης και μιας ανάλγητης βίας, με σειρά οικονομικών ιδεών που επιβάλλονταν άνωθεν, εντελώς εχθρικές και ξένες από οποιαδήποτε αίσθηση συμμετοχής σε ένα κάποιο κοινό σχέδιο για το καλό όλων. Μια ιδεολογία δηλαδή που ενστερνίζονταν τα κάθε είδους αφεντικά και μόνο αυτά.

Γιατί αρχίζουμε αυτή την παρουσίασή μας με την κατάσταση της αγγλικής εργατικής τάξης; Μα, απλούστατα, γιατί αυτό υπήρξε και εξακολουθεί να υφίσταται (τηρουμένων των όποιων αναλογιών) και το πρόβλημα της Αυστραλίας επίσης. Γιατί κάτι παρόμοιο με την ιστορία του E.P.Thompson στην Αγγλία κατά τις τρεις πρώτες δεκαετίες του 1800 συνέβη και στην Αυστραλία καθ΄ όλη σχεδόν τη διάρκεια του 20ού αιώνα, αλλά κυρίως από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι και σήμερα.

Και στη διαδικασία αυτή δεν λαμβάνουμε τόσο υπόψη τον βαθμό εξαθλίωσης, αλλά τον ρυθμό και την κλίμακα των κοινωνικών και οικονομικών αλλαγών που συνέβησαν. Ο μετασχηματισμός από τη βιομηχανική στη μετα-βιομηχανική εποχή ήταν τόσο ολοκληρωτικός, που δεν είναι υπερβολή να πούμε ότι από κοινωνιολογικής άποψης ισοδυναμεί με μια εξαφάνιση, μια γενοκτονία.

Σε μόλις 30 χρόνια -το ίδιο χρονικό διάστημα που εκτείνεται από τα μέσα της δεκαετίας του 1980 μέχρι σήμερα- μια οικονομία που προηγουμένως υπηρετούσε με τον ένα ή τον άλλο τρόπο (πάντα τηρουμένων των αναλογιών) το σύνολο της κοινότητας, τώρα υπηρετεί μια μικρή κατηγορία επενδυτών, κεφαλαιούχων, αφεντικών εν γένει, υποδουλώνοντας σε αυτούς όλους σχεδόν τους υπόλοιπους.

Λίγη ιστορία

Πώς, όμως, δημιουργήθηκε η Αυστραλία έτσι όπως την ξέρουμε; Για να καταλάβουμε πάνω-κάτω πώς δημιουργήθηκε το αυστραλιανό κράτος, η οικονομία και, βασικά, ο ιμπεριαλισμός (στην ευρύτερη Νοτιοανατολική Ασία) θα παραθέσουμε μερικά ιστορικά στοιχεία.

Υπολογίζεται ότι πριν από την άφιξη των λευκών αποικιοκρατών στην Αυστραλία, το 1788, ζούσαν σε ολόκληρη τη χώρα, σε αρμονία με το φυσικό περιβάλλον, εκατοντάδες χιλιάδες αυτόχθονες (για μερικούς 300.000, για άλλους μέχρι και 1.000.000) περίπου 50.000 χρόνια. Οι ιθαγενείς αυτοί λαοί της Αυστραλίας μιλούσανπερισσότερες από 250 γλώσσες και 700 διαλέκτους, είχαν τη δική τους κοινωνική και οικονομική οργάνωση, το δικό τους νομαδικό και συλλογικό πολιτισμό. Οι άνθρωποι αυτοί αποδεκατίστηκαν σταδιακά, εξαιτίας του βίαιου εποικισμού των λευκών Βρετανοαυστραλών, της εσκεμμένης εξάπλωσης στις τάξεις τους λοιμώξεων, επιδημιών και κάθε είδους ασθενειών καθώς και των εκάστοτε πολιτικών πολιτισμικής γενοκτονίας σε βάρος τους.

Πέρασαν αρκετές δεκαετίες μέχρι τα κινήματα κοινωνικής και πολιτικής αφύπνισης και χειραφέτησης να ξεκινήσουν δυναμικά τον αγώνα τους από τη δεκαετία του 1930 ακόμα, ώστε οι Αβοριγίνες της Αυστραλίας να ξαναμπούν επίσημα στον χάρτη της χώρας με το δημοψήφισμα του 1967, όταν αποφασίστηκε να καταμετρούνται για πρώτη φορά στις απογραφές (!) και τα ζητήματά τους να τα χειρίζεται η ομοσπονδιακή κυβέρνηση της χώρας. Σήμερα, 700.000 περίπου από τα 24.000.000 κατοίκους της χώρας, αυτοπροσδιορίζονται ως «αυτόχθονες» ή «αυτόχθονης καταγωγής». Έτος-σταθμός στις σχέσεις τους με τους λευκούς ήταν το 1992 η απόφαση του ανωτάτου δικαστηρίου της χώρας, σύμφωνα με την οποία η Αυστραλία δεν ήταν «terra-nullius» (άδεια γη, όπως ισχυρίζονταν οι λευκοί), πριν την άφιξη των Βρετανών και ότι οι αυτόχθονες έχουν κυριαρχικά δικαιώματα γης και δύνανται να διεκδικήσουν αποζημιώσεις (αν και υπό προϋποθέσεις).

Αποφασιστικά βήματα θεσμοποιημένης εκμετάλλευσης

Το ομόσπονδο κράτος της Αυστραλίας συγκροτήθηκε το 1901. Βάσεις του ήταν, από τη μια πλευρά, ο διαχωρισμός εκκλησίας και κράτους, νομοθετώντας, όμως, από την άλλη, την έννοια του πολίτη της χώρας κυρίως με βάση αυτήν του λευκού Βρετανοαυστραλού. Η πολιτική αυτή επικράτησε και κυριάρχησε μέχρι τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο. Για του λόγου το αληθές, μια από τις πρώτες νομοθετικές πράξεις του νεοσύστατου κράτους, ήταν ο περιορισμός της μετανάστευσης. Στη χώρα έπρεπε να εγκαθίστανται λευκοί, άνθρωποι που προέρχονταν ως επί το πλείστον από την Ευρώπη.

Επίσης, στις αρχές του 20ού αιώνα, άτομα με διαφορετικά φυλετικά και πολιτισμικά χαρακτηριστικά, θεωρούνταν ξένα και κατώτερα της κατεστημένης και επικρατούσας αγγλοκελτικής παράδοσης και εν δυνάμει επικίνδυνα.

Ο ξένος, ο μετανάστης, ο φυλετικά εκτός της κυρίαρχης βρετανοαυστραλιανής κοινωνίας, γίνεται εν μέρει κοινωνικά αποδεκτός, αλλά μόνο ως νομοταγής οικονομική μονάδα, μόνο, δηλαδή, ως εργαζόμενος και, μάλιστα, εκμεταλλευόμενος πολλαπλά. Ούτε λόγος να γίνεται για τη διατήρηση ή ανάπτυξη των ιδιαίτερων εθνοτικών και πολιτισμικών του καταβολών και παραδόσεων και σε όποιες περιπτώσεις επιτρέπεται κάτι τέτοιο, αυτό πρέπει να συνάδει και να συμμορφώνεται με την επικρατούσα πολιτική.

Από εκεί και πέρα, η «γιγάντωση» της Αυστραλίας, καθίσταται ζήτημα και οικονομικής ανάπτυξης αλλά και προστασίας της λεγόμενης εθνικής ασφάλειας. Αυτό που επιτεύχθηκε μεταπολεμικά με τα προγράμματα μαζικής μετανάστευσης είναι επικό. Από τη μια, το αυστραλιανό κράτος κατάφερε, ανάμεσα σε άλλα, να τριπλασιάσει τον πληθυσμό της χώρας και να φέρει στη χώρα μετανάστες από περισσότερες από 150 και πλέον διαφορετικές χώρες, από την άλλη, όμως, κατορθώθηκε να μην αλλοιωθεί ο κυρίαρχος αγγλοκελτικός χαρακτήρας της αυστραλιανής κοινωνίας.

Έτσι, ενώ ο ξένος, ο μετανάστης, είναι αρκετά ορατός στο νεοσύστατο κράτος, ο αυτόχθονας, ο ιθαγενής, εντούτοις, καθίσταται και θεσμικά αόρατος, χωρίς να καταγράφεται η παρουσία του στις απογραφές, μέχρι το 1967 και χωρίς να του αναγνωρίζεται το δικαίωμα ιδιοκτησίας -στην ίδια του τη γη- μέχρι και το 1992!

Αλλά ακόμα και για τους λευκούς νομιμόφρονες νοτιοευρωπαίους μετανάστες (Έλληνες, Ιταλούς, Γιουγκοσλάβους κ.ά.), η προπολεμική Αυστραλία ήταν ιδιαίτερα σκληρή και αφιλόξενη χώρα. Τα φακελώματα και οι περιορισμοί την περίοδο εκείνη, οι βίαιες εξεγέρσεις και εκρήξεις εναντίον των μη αγγλικής καταγωγής μεταναστών, ειδικά την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου, είναι μερικές ενδεικτικές περιπτώσεις ανοιχτής εχθρότητας.

Η ίδρυση μεταναστευτικών κοινοτήτων και ο πρωταγωνιστικός ρόλος τους μπορεί, από τη μια, να στόχευε στη διατήρηση της πολιτισμικής ταυτότητας των μεταναστών, αλλά στόχευε και στην πολιτισμική τους πειθάρχηση, δηλαδή στην προώθηση του μοντέλου του καλού, συνεργάσιμου, νομοταγούς, υποτακτικού και μη διαμαρτυρόμενου προς την κυρίαρχη κουλτούρα και άποψη, μετανάστη. Αυτή η θέση υποστηριζόταν και εξακολουθεί να προωθείται και μέχρι σήμερα από τις μεταναστευτικές εφημερίδες και ΜΜΕ, την εκκλησία και τους επικεφαλείς των μεταναστευτικών οργανώσεων και φορέων.

Πολυπολιτισμός στην υπηρεσία του νεοσυντηρισμού και της εξατομίκευσης

Μεταπολεμικά, με αφορμή την εμπειρία του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, η σύναψη συμμαχικών σχέσεων της Αυστραλίας με διάφορες ευρωπαϊκές χώρες (συμπεριλαμβανομένης και της Ελλάδας) και η απαρχή της μαζικής μετανάστευσης, η οποία απορροφήθηκε σε κάθε πτυχή της οικονομικής δραστηριότητας και, κυρίως, στον χώρο της ανειδίκευτης βιομηχανικής εργασίας (αυτοκινητοβιομηχανία, αλλά και κατασκευή μεγάλων έργων), αποδείχθηκαν πραγματικά κάτι παραπάνω από επικερδείς, άκρως χρυσοφόρες πολιτικές για το αυστραλιανό κεφάλαιο.

Για να προχωρήσει, μάλιστα περισσότερο στην κατεύθυνση όλο και μεγαλύτερου κέρδους, το αυστραλιανό κεφάλαιο συνεπικουρούμενο από το κράτος, και για να το επιτύχει όσο το δυνατόν πιο ανώδυνα, υιοθέτησε από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 μέχρι και τα μέσα της δεκαετίας του 1990 -περίοδο κατά την οποία ανήλθε στην επιφάνεια ο νεοσυντηρητισμός- την αρχή του φιλελεύθερου πολυ-εθνισμού / πολυ-πολιτισμού, ένα ιδεολόγημα που αυτοπροβλήθηκε ως ο ουδέτερος εγγυητής των εκπαιδευτικών, πολιτισμικών, εργασιακών και άλλων δικαιωμάτων των παλαιών και νέων μεταναστών, χωρίς, βέβαια, όπως είπαμε και πριν, να απολέσει ή να απεμπολήσει τα λευκά βρετανοαυστραλιανά χαρακτηριστικά του.

Έτσι, μέσω μιας καθαρά εξατομικευμένης «ισοπολιτείας» και «ισονομίας» των μεταναστών, ο μη βρετανοαυστραλιανός πληθυσμός της χώρας οδηγήθηκε σε μια κατά πολύ ανώδυνη ενσωμάτωσή του στον κορμό της λευκής Βρετανοαυστραλίας. Την ίδια στιγμή οι κυρίαρχοι λευκοί απαλλάχθηκαν από το βάρος της βίαιης κατάκτησης και του αποκλεισμού των ιθαγενών και αυτό γιατί οι κυρίαρχοι λευκοί αποτελούν τη μόνη και ήδη δοκιμασμένη κοινωνική ομάδα που μπορεί να διασφαλίσει την εθνική συνοχή της χώρας.

Από την άλλη, οι παλαιοί μετανάστες εξακολουθούν στην ουσία να παραμένουν αιώνια ξένοι, μιας και -ειδικά τα τελευταία 15 χρόνια- οι σχετικά νέες μεταναστευτικές κοινότητες (κυρίως μουσουλμάνοι) αντιμετωπίζονται καχύποπτα από την κυρίαρχη εθνικότητα ως οι εν δυνάμει επικίνδυνοι, τρομοκράτες, ανατρεπτικοί «αιώνια ξένοι».

Η καταστροφή του πνεύματος της κοινότητας

Έτσι, φτάσαμε στο σημερινό σημείο όπου πολλοί Αυστραλοί απολαμβάνουν πλέον τα οφέλη της ασφαλούς, πλήρους απασχόλησης – αν και πλέον σημειώνονται ήδη ανησυχητικοί κραδασμοί.

Και αυτό γιατί δεν βλέπουμε πια ουρές αυτοκινήτων των εργαζομένων που περιμένουν κάθε πρωί να περάσουν την πύλη του εργοστασίου. Δεν υπάρχουν πια εργοστάσια. Έχουν κλείσει ή έχουν μεταφερθεί στις χώρες της Νοτιοανατολικής Ασίας. Οι δημόσιες τράπεζες και οι επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας έχουν αποχωρήσει από τη χώρα ή πρόκειται να αποχωρήσουν. Το συνδικαλιστικό κίνημα, που κάλυπτε κάποτε το ήμισυ του απασχολούμενου εργατικού δυναμικού και συναγωνιζόταν το κράτος για οικονομική εξουσία, ως επί το πλείστον βρίσκεται σε άτακτη υποχώρηση.

Η ασφάλιση, η πλήρης απασχόληση, οι διακοπές, η αναρρωτική άδεια και όλα αυτά, σε πολλούς κλάδους έχουν εξαλειφθεί ή τείνουν να εξαλειφθούν. Το όνειρο της εργατικής τάξης για ιδιοκατοίκηση, για κοινωνική άνοδο μέσω της απόκτησης φθηνής γης, ίσων εκπαιδευτικών ευκαιριών και άλλα, είναι υπ’ ατμόν.

Μέσα σε μόλις 30 χρόνια, η αυστραλιανή εργατική τάξη, με τα εργοστάσια και τα συνδικάτα, την ποιότητα των δημόσιων υπηρεσιών και των κοινοτήτων, έχει σχεδόν εξαφανιστεί… Με μια «επανάσταση». Η αυστραλιανή εργατική τάξη έχει ήδη σοβαρό πρόβλημα ταυτότητας.

Από την άλλη πλευρά, οι πολιτικοί και οι οικονομολόγοι που έφεραν την αυστραλιανή εργατική τάξη σ’ αυτή την κατάσταση, ανερυθρίαστα τα ονομάζουν όλα αυτά «μεγάλη εποχή της οικονομικής μεταρρύθμισης». Δεν φοβούνται ποτέ να διατυμπανίζουν τις «επιτυχίες» τους. Όποιος ξέρει αγγλικά και μπορεί να μπει στους δικτυακούς τόπους εφημερίδων όπως η Australian Financial Review ή η The Australian, οποιαδήποτε ημέρα της εβδομάδας, μπορεί να το διαπιστώσει ξεκάθαρα αυτό. Ωστόσο, τίποτα από όλα αυτά δεν αντικατοπτρίζει την πλήρη ιστορία.

Και η πλήρης αλήθεια είναι πιο δραματική, πιο ηθικά φορτωμένη και λιγότερο μονόπλευρη. Το διάστημα μεταξύ 1983 και 2015, η Αυστραλία έχει βιώσει όχι απλώς μια καλοήθη οικονομική μεταρρύθμιση, αλλά μια κοινωνική και οικονομική επανάσταση τόσο μεγάλη όσο ποτέ άλλοτε στην ιστορία της, η οποία βέβαια δεν έχει γίνει για καλό και θα μπορούσε να είχε γίνει διαφορετικά. Αυτή είναι η αληθινή ιστορία της σύγχρονης αυστραλιανής πολιτικής, κοινωνικής και οικονομικής ιστορίας: εδώ συνέβη μια επανάσταση κατά την οποία ηττήθηκαν οι άνθρωποι.

Θα οδηγηθούμε σε νέα φτώχεια;

Πριν από τρεις δεκαετίες, ο μέσος μισθός στην Αυστραλία ήταν 12 δολάρια την ώρα, για έναν υπάλληλο πλήρους απασχόλησης. Παρά το ότι η χώρα βρίσκεται σε τροχιά συνεχούς ανάπτυξης για σχεδόν ένα τέταρτο του αιώνα, οι δομικές αλλαγές στο εργατικό δυναμικό της χώρας έχουν οδηγήσει στην εμφάνιση μιας νέας τάξης χαμηλά αμειβόμενων εργατών στους οποίους αποδίδεται το φαινόμενο της πτώσης των τιμών μίας σειράς αγαθών και υπηρεσιών.

Αυτό, ωστόσο, αποτελεί δίκοπο μαχαίρι, γιατί μπορεί οι χαμηλοί μισθοί να ευνοούν την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας, την ίδια στιγμή, όμως, υπονομεύουν την εγχώρια ζήτηση και την ανάπτυξη. Οι εργοδότες μεταχειρίζονται πολλά μέσα για να μειώσουν το κόστος εργασίας, είτε προσλαμβάνοντας περισσότερους εργαζόμενους μερικής ή περιστασιακής απασχόλησης είτε εκπαιδευόμενους και/ή μετανάστες με προσωρινή βίζα. Ειδικότερα, στον τομέα της λιανικής πώλησης και της εστίασης, η τάση είναι να βασίζεται η αγορά στην εργασία χαμηλά αμειβόμενου δυναμικού. 


Πρόσφατα, η Αυστραλιανή Στατιστική Υπηρεσία έδωσε στη δημοσιότητα την εθνική έκθεση μισθών, η οποία καταγράφει τον χαμηλότερο ρυθμό ανάπτυξης στην ιστορία της: 0,5% για το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους ή 2,1% μέχρι τον Ιούνιο.

Το σημαντικότερο είναι ότι αυτή η τάση δεν είναι μόνο συνεχής, αλλά και αυξητική. Στην έρευνα του Ιουλίου καταγράφηκε πτώση 0,1% στην ανεργία, κυρίως λόγω της αύξησης της μερικής απασχόλησης, η οποία πλέον αφορά το 32% των εργαζομένων, δηλαδή έναν στους τρεις εργαζόμενους. Αυτή η αύξηση στη μερική απασχόληση γίνεται εις βάρος της πλήρους απασχόλησης.

Επιχειρώντας να διασκεδάσει τις εντυπώσεις, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση, διαμέσου του υπουργού Οικονομικών, Scott Morrison, τόνισε ότι αυτό σημαίνει ότι η Αυστραλία έχει μία πιο ευέλικτη αγορά εργασίας, κάτι που είναι θετικό, τόσο για τους εργαζόμενους, όσο και για τους εργοδότες. 


«Ξέρω ότι κάποιοι βλέπουν κάποιες δουλειές υποτιμητικά, εγώ όμως δεν το κάνω. Μια δουλειά είναι μία δουλειά και το να έχουμε περισσότερες είναι καλό» δήλωσε ο υπουργός.

Η θέση του ευθυγραμμίζεται πλήρως με την θεωρία που θέλει τις εργασίες μερικής απασχόλησης και τις χαμηλότερα αμειβόμενες θέσεις ως καλύτερες από την ανεργία, ωστόσο δεν αγγίζει το κρίσιμο ερώτημα για τις επιπτώσεις που έχει αυτό στην αγοραστική δύναμη των εργαζομένων και την απειλή στη γενικότερη κατανάλωση που μπορεί να προκαλέσει στασιμότητα του ρυθμού ανάπτυξης της οικονομίας. 

Είναι το στεγαστικό η βόμβα στα θεμέλια;

Επίσης, η Αυστραλία βρίσκεται στη μέση μιας κρίσης όσον αφορά την οικονομικά προσιτή στέγαση. Τα ενοίκια σε όλες σχεδόν τις πόλεις της Αυστραλίας είναι δυσβάσταχτα για τους χαμηλόμισθους. Αυτά έχουν εκτοξευθεί σε τέτοια ύψη ώστε μερικοί ενοικιαστές αναγκάζονται να πληρώνουν έως και το 85% του εισοδήματός τους για να μένουν κάπου!

Σύμφωνα με διάφορους φορείς και μελέτες έχει διαπιστωθεί ότι «οι μισθωτοί μεσαίων εισοδημάτων οδηγούνται σε κατάσταση στρες, καθώς τα υψηλά ενοίκια “μασούν” τα εισοδήματά τους που δεν μπορούν να αντισταθμίσουν την άνοδο του κόστους στέγασης. Κατά την τελευταία δεκαετία, τα ενοίκια στις πρωτεύουσες των Πολιτειών της χώρας έχουν αυξηθεί κατά 52%, αναγκάζοντας πολλούς ανθρώπους να μένουν έξω από τα κέντρα των πόλεων και στη δημιουργία τεράστιου στεγαστικού άγχους σε όσους μένουν σε αυτά.

Οι υψηλές τιμές του σπιτιού κάνουν την ιδιοκατοίκηση μη ρεαλιστικό όνειρο για πολλούς. Η μέση αναλογία των τιμών των κατοικιών στο εισόδημα στο Σίδνεϊ είναι εννέα προς ένα, σε σύγκριση με 6,2 προς ένα στη Νέα Υόρκη και 7,3 προς ένα στο Λονδίνο. Ακόμη και η Αδελαΐδα είναι πιο ακριβή από ό,τι η Νέα Υόρκη!

Κατά μέσο όρο, οι τιμές των κατοικιών φθάνουν τα $995.804 στο Σίδνεϊ και τα $726.962 στη Μελβούρνη. Πολλά νοικοκυριά έχουν ήδη τεράστια χρέη προς την εκπλήρωση του «αυστραλιανού ονείρου”. Τα χρέη των στεγαστικών δανείων είναι πλέον 120% του ΑΕΠ της Αυστραλίας, το ψηλότερο ποσοστό στον βιομηχανικό κόσμο.

Δεν έχει αποκλεισθεί το ενδεχόμενο ότι κατά την επόμενη δεκαετία, η Αυστραλία ίσως αντιμετωπίσει κύμα κατασχέσεων σπιτιών και πτωχεύσεων, παρόμοιων με εκείνες στις ΗΠΑ και την Ευρώπη.

Σύμφωνα με πρόσφατη μελέτη των Bill Randolph και Laurence Troy (από το Futures Research Centre, που δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα Sydney Morning Herald τον περασμένο Μάρτη, κατονομάζεται σειρά κυβερνητικών πολιτικών -όπως το λεγόμενο negative gearing και η έκπτωση κατά 50% επί του φόρου κεφαλαιουχικών κερδών για τους επενδυτές ακινήτων- ως υπεύθυνες για την κρίση και την οικονομική πιστότητα.

Οι Randolph και Troy περιέγραψαν την επιδείνωση της κατάστασης, η οποία είναι «τόσο κερδοφόρα και επιδοτούμενη από την κυβέρνηση", ως "φορολογία τρέλας και εθνικό σκάνδαλο". Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι οι στεγαστικές πολιτικές που δίνουν προτεραιότητα στους επενδυτές σε βάρος της ευημερίας των απλών ανθρώπων, έχουν πυροδοτήσει τη στεγαστική κρίση. Από τη δεκαετία του 1980, τα δύο από τα μεγάλα κόμματα της Αυστραλίας (Φιλελεύθεροι και Εργατικοί - τα οποία είναι και τα μόνα που εναλλάσσονται στην κυβέρνηση) έχουν εφαρμόσει πολιτικές με βάση τις οποίες μειώθηκαν τα φορολογικά έσοδα, αλλά ταυτόχρονα τροφοδοτήθηκε η κερδοσκοπία ακινήτων.

Οι πολιτικές αυτές, ωστόσο, δεν είναι η πηγή της κρίσης. Η πηγή είναι το γεγονός ότι η στέγαση αντιμετωπίζεται ως εμπόρευμα που πρέπει να αγοράζεται και να πωλείται, και όχι ως βασικό ανθρώπινο δικαίωμα.

Δεν υπάρχει καμία έλλειψη κατοικιών στην Αυστραλία. Σύμφωνα με την Sydney Morning Herald, 90.000 σπίτια είναι επί του παρόντος άδεια στο Σίδνεϊ. Παρόμοια έκθεση που δημοσιεύθηκε από την Prosper Australia αποκάλυψε ότι 82.724 ακίνητα, δηλαδή το18,9% αυτών των ακινήτων που ανήκουν σε επενδυτές ή το 4,8% των διαθέσιμων κατοικιών στην πόλη, είναι σήμερα ακατοίκητα στη Μελβούρνη.

Την ίδια στιγμή, πάνω από 105.000 άνθρωποι είναι άστεγοι και επιπλέον 173.000 “λιώνουν” σε λίστες αναμονής δημόσιας στέγασης σε όλη τη χώρα.

Κανένα από τα μεγάλα κόμματα δεν έχει κάποια πρόταση, ένα σχέδιο για την επίλυση της κρίσης της στέγασης. Όταν ρωτήθηκε πώς θα επιλύσει την κρίση της στέγασης, ο ομοσπονδιακός πρωθυπουργός Malcolm Turnbull είπε στο Ραδιόφωνο του ABC ότι οι πλούσιοι γονείς θα πρέπει να «πληρώνουν» και να αγοράζουν τα σπίτια των παιδιών τους…

*Μέλος του Melbourne Anarchist Communist Group (MACG) και των εκδοτικών ομάδων των www.anarkismo.net και www.infos.ca και υπεύθυνος του “Ούτε Θεός-Ούτε Αφέντης” στο http://ngnm.vrahokipos.net


**Το κείμενο γράφτηκε για και δημοσιεύτηκε στο 5ο τεύχος της πολιτικής επιθεώρησης 'Κοινωνικός Αναρχισμός".

bone.jpg

This page can be viewed in
English Italiano Deutsch
© 2005-2024 Anarkismo.net. Unless otherwise stated by the author, all content is free for non-commercial reuse, reprint, and rebroadcast, on the net and elsewhere. Opinions are those of the contributors and are not necessarily endorsed by Anarkismo.net. [ Disclaimer | Privacy ]